1 4 0 Ε Τ Η Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Η Θ Ε Σ Σ Α Λ Ι Α
Οι Θεσσαλοί Διδάσκαλοι του Γένους
Ζήσης Κάβρας
Ο Ζήσης Κάβρας γεννήθηκε στα Αμπελάκια, περί τα μέσα του 18ου αιώνα. Μαθήτευσε στη φημισμένη Σχολή της ιδιαίτερής του πατρίδας. Όταν αποφοίτησε έγινε δάσκαλος και δίδαξε για σειρά ετών σε Σχολεία του Βουκουρεστίου, έχοντας άριστες γνώσεις της Λατινικής. Έπειτα, αφού συγκέντρωσε τα προαπαιτούμενα χρήματα, σπούδασε στη Σχολή της Ιένας Ιατρική. Το 1800 εξέδωσε το έργο “Στοιχεία Αριθμητικής και Άλγεβρας”.
Ιωάννης Λογιώτατος Οικονόμου
Το επώνυμο Λογιώτατος του αποδόθηκε λόγω της πνευματικής του κατάρτισης, και έκτοτε αποτέλεσε το επώνυμο της οικογενείας του. Γεννήθηκε στη Ραψάνη και υπήρξε μαθητής του Κούμα στο Σχολείο της Λάρισας αλλά και στις Σχολές των Αμπελακίων και της Τσαριτσάνης. Για ένα μικρό διάστημα δίδαξε και ο ίδιος στη Ραψάνη και στο Σχολείο της Λάρισας. Πέθανε στη θεσσαλική πρωτεύουσα τον Αύγουστο του 1842, σε ηλικία μόλις 52 ετών. Από τις πολλές χειρόγραφες επιστολές πολλών λογίων της εποχής του, ο ιατρός Ι. Αντωνιάδης εξέδωσε την εργασία: “Επιστολαί διαφόρων αντιγραφείσαι παρ’ εμού του Ιωάννη Οικονόμου του Λαρισαίου, 1759-1824”. Επίσης έγραψε ένα ιστορικό γεωγραφικό βιβλίο για ένα μέρος της Θεσσαλίας.
Κων/νος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων
Ο μεγάλος αυτός διδάσκαλος του Γένους γεννήθηκε από λευιτική οικογένεια στην Τσαριτσάνη στις 27 Αυγούστου 1780. Από τον ιερέα πατέρα του διδάχτηκε τα ιερά γράμματα, την Ελληνική Γλώσσα καθώς και τη Λατινική. Από τον Ζ. Κάβρα διδάχτηκε αργότερα και τη Γαλλική. Το 1805 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος με τον τιμητικό τίτλο του Οικονόμου της επισκοπής Ελασσόνας. Λίγο αργότερα συνελήφθη από όργανα του Αλή πασά με την κατηγορία ότι συνεργαζόταν με τον π. Θύμιο Βλαχάβα. Κατόρθωσε όμως να ελευθερωθεί καταβάλλοντας υπέρογκα λύτρα. Μέχρι το 1809 βρισκόταν στην Ι. Μ. Του Τιμίου Προδρόμου κοντά στις Σέρρες. Έπειτα εργάστηκε στη Σχολή της Σμύρνης. Ο αείμνηστος Δήμαρχος Λαρίσης Δ. Χατζηγιάννης γράφει για την προσωπικότητά του: “ … ως συγγραφεύς και διδάσκαλος και ρήτωρ υπήρξε πολυειδήμων. Από την λογικήν αρύετο την μέθοδον και από την μεταφυσικήν τους αρχικούς νόμους. Από τας φυσικάς επιστήμας αντλούσε τας υψηλάς και μεγάλας εννοίας και από την γεωμετρίαν την τάξιν και την αλληλουχίαν. Και τέλος από της ρητορικήν αρύετο την χάριν, με την οποίαν διήγειρε τον νουν εις θαυμασμόν και την καρδίαν εις κατάνυξιν, ενώ η Θεολογία τού έδιδε τας μυσταγωγικάς της εμπνεύσεις1.” Ως δάσκαλος επίσης υπήρξε άριστος. Επί των ημερών του το Σχολείο της ιδιαίτερής του πατρίδας γνώρισε μεγάλη άνθιση. Αναφέραμε επίσης προηγουμένως ότι ο Κ. Οικονόμος ήταν ο ιδρυτής του Φιλολογικού Γυμνασίου της Σμύρνης, σχολής ιδιαίτερα νεωτερικής, που έκλεισε το 1819 λόγω των αντιδράσεων διαφόρων συντηρητικών που υποστήριζαν την ανταγωνιστική Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης. Την ίδια χρονιά κλήθηκε στην Κων/λη όπου ονομάστηκε “πατριαρχικός του Οικουμενικού θρόνου ιεροκήρυξ και διδάσκαλος πασών των ορθοδόξων εκκλησιών”. Πολλά χειρόγραφα του Κων/νου χάθηκαν στην Κων/λη κατά την περίοδο αμέσως μετά την Ελληνική Επανάσταση, λόγω των απηνών διωγμών που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά του χριστιανικού στοιχείου. Ο ίδιος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Οδησσό, όπου προσπαθούσε συνεχώς να πείσει τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄ να επέμβει στις ελληνοτουρκικές συγκρούσεις παίρνοντας το μέρος των ομοδόξων του Ελλήνων. Χαρακτηριστικό της ευκολίας του να μαθαίνει και να αποκτά νέες γνώσεις είναι το γεγονός ότι όταν μετέβη στη Ρωσία έμαθε σε μικρό χρονικό διάστημα τη Ρωσική Γλώσσα εκδίδοντας μάλιστα και βιβλίο για τη συγγένεια της Ελληνικής και Ρωσικής γλώσσας. Διετέλεσε μέλος της αυτοκρ. Ακαδημίας της Πετρούπολης και της Ακαδημίας του Βερολίνου. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1834 και εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, ενώ τρία έτη αργότερα μετοίκησε στην Αθήνα. Ο Κων/νος, όπως και οι περισσότεροι πνευματικοί ταγοί των Ελλήνων, επηρεάστηκε από το κίνημα του Διαφωτισμού, αλλά κράτησε και τις δέουσες αποστάσεις από τα στοιχεία εκείνα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού που έρχονταν σε ρήξη με τα πιστεύω του ως Ορθοδόξου Χριστιανού. Δε δίστασε μάλιστα να διαφωνήσει δημόσια αρκετές φορές με συμπατριώτες του δασκάλους του Γένους για τις πεποιθήσεις του αυτές. Στάθηκε πολέμιος του αυτοκεφάλου της ελλαδικής Εκκλησίας και του διαχωρισμού της από τον οικουμενικό θρόνο, καθώς και κατά κάθε “βεβήλου καινοτομίας”, σε λειτουργικά θέματα ή σε πιθανή μετάφραση των Αγίων Γραφών. Θα συνοψίζαμε τη βασική του κοσμοθεωρία στο δίπτυχο Εκκλησία – Ελληνισμός. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται και πολλοί επικήδειοι λόγοι που εκφώνησε κατά καιρούς. Οι πιο σημαντικοί απ’ αυτούς είναι σίγουρα ο λόγος που εκφώνησε στην Οδησσό μπροστά στο λείψανο του κρεμασθέντος απ’ τους Οθωμανούς λείψανο του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ και ο επικήδειος που εκφώνησε στην κηδεία του Θ. Κολοκοτρώνη. Μεταξύ των εντύπων εκδόσεών του περιλαμβάνονται η “Κατήχησις”, η “Ρητορική” και τα “Γραμματικά”, που εκδόθηκαν όλα στη Βιέννη μεταξύ των ετών 1814 και 1817. Πέθανε στην Αθήνα στις 9 Μαρτίου 1857. Στον επιτάφιό του λόγο ακούστηκαν τα εξής: “Εξέπνευσε ο Σαμουήλ του κηρύγματος, εξέλιπεν ο του ιερού νομοφύλαξ, απήλθεν ο θησαυροφύλαξ και ταξίαρχος του Ελληνισμού. Ο Έλλην ο πολύς, ο πύρινος ιερεύς και κήρυξ της Εκκλησίας, ο κλεινός των Ελλήνων διδάσκαλος, Κωνσταντίνος ο Οικονόμος ουκέτι εν ημίν ζη.”2
Θεόκλητος Φαρμακίδης
Ο Λαρισαίος αυτός διδάσκαλος του Γένους γεννήθηκε στο Νεμπεγλέρι (Νίκαια) στις 25/1/1784. Το 1811 χειροτονήθηκε στο Βουκουρέστι ιερέας και τοποθετήθηκε εφημέριος στην Ελληνική Εκκλησία της Βιέννης, όπου και παρέμεινε για οκτώ χρόνια. Το 1816 ανέλαβε την επανέκδοση του Λόγιου Ερμή, που είχε πρωτοεκδόσει ο Άνθιμος Γαζής. Το 1819 στάλθηκε με δαπάνες του φιλέλληνα Γκίλφορντ στο Πανεπιστήμιο του Γκέτιγκεν, για να προχωρήσει σε ανώτερες σπουδές. Εκεί, μόλις πληροφορήθηκε την Επανάσταση, στις αρχές του καλοκαιριού του 1821, εγκατέλειψε το Πανεπιστήμιο και ήρθε στην Ελλάδα, εντάχτηκε στο επιτελείο του Δ. Υψηλάντη και εξέδωσε στην Καλαμάτα την εφημερίδα “Σάλπιγξ Ελληνική”. Το 1823 η βουλή των Ελλήνων, της οποίας υπήρξε μέλος, τον διόρισε έφορο των Σχολείων και της Παιδείας γενικότερα. Έπειτα μετέβη στην Κέρκυρα και έλαβε μέρος στην ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας. Όμως το Σεπτέμβριο του 1825 ανακλήθηκε και τοποθετήθηκε “εφημεριδογράφος της Διοικήσεως”, διευθυντής δηλαδή της πρώιμης εφημερίδας της Κυβερνήσεως, όπως αποκαλείται σήμερα. Μετά την απελευθέρωση, το 1832, τοποθετήθηκε έφορος στο Σχολείο της Αίγινας, ενώ το 1833 ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου και το 1839 την έδρα της Θεολογίας στο Εθνικό Πανεπιστήμιο. Στο Φαρμακίδη οφείλεται ουσιαστικά το βασιλικό διάταγμα της 23/7/1833 με το οποίο η Εκκλησία της Ελλάδος κηρύχτηκε αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με αλλεπάλληλα άρθρα του, που προηγήθηκαν του διατάγματος, ο Φαρμακίδης υποστήριζε πως δεν ήταν δυνατόν η εκκλησία ενός ελεύθερου κράτους να εξαρτάται από τον δέσμιο στο σουλτάνο πατριάρχη. Το πιο σημαντικό από τα συγγράμματά του θεωρήθηκε ο Συνοδικός Τόμος ή “Περί Αληθείας”, που εκδόθηκε το 1852 και απαντά, υπέρ του αυτοκεφάλου της Ελλαδικής Εκκλησίας, μ’ αυτό το έργο του στο συνοδικό τόμο του πατριάρχη της Κων/λεως Ανθίμου. Οι απόψεις του όμως αυτές καθώς και η λανθάνουσα λουθηριανή του κοσμοθεωρία έφεραν την αντίδραση άλλων κληρικών, όπως του Κων/νου Οικονόμου που αρθρογραφούσε εναντίον των απόψεων του Φαρμακίδη από τις στήλες της εφημερίδας “Αιών”. Άλλα έργα του ήταν: Στοιχεία της ελληνικής Γλώσσης (4 τόμοι) και Η Καινή Διαθήκη μετά υπομνημάτων αρχαίων (7 τόμοι). Ο Φαρμακίδης πέθανε στην Αθήνα το Μάιο του 1860.
1 Δ. Χατζηγιάννης, ό. π., σ.37.
2 Δ. Χατζηγιάννης, ό. π., σ.38.
λεζάντες: Θ. ΦΑΡΜΑΚΙΔΗΣ ΚΩΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ

