Η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει γενικούς δασμούς 20% στις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν ήταν απλώς μια ακόμη εκδήλωση του εμπορικού πολέμου που, εντελώς παρανοϊκά, έχει αποφασίσει να κηρύξει σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο.
- Ήταν μια κίνηση, σχεδιασμένη να πλήξει ακριβώς εκεί που πονάει περισσότερο η Ευρώπη: στην οικονομική της συνοχή. Η ευρωπαϊκή οικονομία είναι τόσο διασυνδεδεμένη, ώστε το πλήγμα σε μία χώρα αρκεί για να τραντάξει ολόκληρο το σύστημα.
Την προηγούμενη εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ επιδόθηκε σ’ ένα πρωτοφανές εμπορικό πραξικόπημα που συντάραξε συθέμελα την παγκόσμια οικονομία.
- Επικαλούμενος τα “χρόνια ελλείμματα στο εμπόριο αγαθών”, μια διατύπωση που ξεκινά από την εμμονή του με τα εμπορικά ισοζύγια, κήρυξε κατάσταση εθνικής έκτακτης ανάγκης και υπέγραψε διάταγμα (executive order – εκτελεστική εντολή) επιβάλλοντας δασμούς (σχεδόν) σε κάθε προϊόν που διασχίζει τα αμερικανικά σύνορα.
Αυτοί οι “ανταποδοτικοί δασμοί”, όπως τους βάφτισε με δόση ειρωνείας, συνιστούν την πιο ριζοσπαστική ανατροπή της αμερικανικής εμπορικής πολιτικής εδώ και δεκαετίες.
Τρεις είναι οι παράγοντες που καθιστούν αυτή την κίνηση ιδιαίτερα ανησυχητική για την παγκόσμια οικονομία – και μάλιστα σε βαθμό που θα έκανε ακόμη και τους πιο ψύχραιμους αναλυτές να χάσουν τον ύπνο τους:
Α. Το εντυπωσιακό εύρος των δασμών, που σαρώνουν οριζόντια κάθε εισαγόμενο προϊόν,
Β. Η αιφνίδια αναστολή τους για 90 ημέρες, μόλις λίγες ώρες μετά την εφαρμογή τους – μια κίνηση που θυμίζει περισσότερο τακτικισμό παρά στρατηγική, και
Γ. Η εχθρική στάση απέναντι στην Κίνα, με δασμούς που έφθασαν πια στο 145% και ουσιαστικά παγώνουν το εμπόριο μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη.
Είναι δυνατόν να μην αναρωτιούνται οι πάντες, τι κρύβεται πίσω από αυτή την τριπλή επίθεση στο παγκόσμιο εμπόριο;
Το διάταγμα Τραμπ, ένα κείμενο που θα μπορούσε να αποτελέσει μνημείο οικονομικού λαϊκισμού, επιβάλλει βασικό δασμό 10% σε όλες τις εισαγωγές και ακόμη υψηλότερο στις χώρες που καταγράφουν τα μεγαλύτερα εμπορικά πλεονάσματα , απέναντι στις ΗΠΑ.
- Οι αναλυτές της JP Morgan υπολογίζουν ότι αυτό εκτινάσσει το μέσο ποσοστό δασμών από το 10% στο 23%, επίπεδο που δεν έχουμε δει από το 1910. Τα έσοδα θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 400 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 1,4% του αμερικανικού ΑΕΠ – μια φορολογική επιδρομή με το μανδύα της εμπορικής πολιτικής.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Τραμπ, με μια κίνηση που θυμίζει περισσότερο τηλεοπτικό ριάλιτι παρά σοβαρή διακυβέρνηση, ανακοίνωσε κάποιες ώρες αργότερα μια 90ήμερη αναστολή για τις χώρες που δεν αντέδρασαν, διατηρώντας τους εξοντωτικούς δασμούς για την Κίνα.
- Αυτή η αλλοπρόσαλλη μεταστροφή βύθισε τις αγορές σε βαθύτερη αβεβαιότητα. Κάτι απόλυτα φυσιολογικό μιας και με τους κινεζικούς δασμούς να φτάνουν σε τιμωρητικά επίπεδα, το μερίδιο της Κίνας στις εισαγωγές θα συρρικνωθεί στα επίπεδα του ασήμαντου (έως ανύπαρκτου).
Στο μεταξύ, οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, έχουν αρχίσει ήδη να αντιμετωπίζουν προβλήματα και εμπόδια. Παρατηρείται κύμα ακυρώσεων παραγγελιών και εγκαταλελειμμένων φορτίων από την Κίνα. Οι κινέζοι παραγωγοί επίπλων βλέπουν τις παραγγελίες από Αμερικανούς εισαγωγείς να εξαφανίζονται, ενώ παρόμοια εικόνα επικρατεί στους τομείς των παιχνιδιών, της ένδυσης και των υποδημάτων. Είναι σαν να έπεσε ξαφνικά η αυλαία σε μια παράσταση που έπαιζε για δεκαετίες.
- Οι χρηματοπιστωτικές αγορές υπέστησαν μίνι κραχ (χαμηλά πενταετίας) και ο Economic Policy Uncertainty Index (EPU-Δείκτης Οικονομικής Πολιτικής Αβεβαιότητας) εκτινάχθηκε στα ύψη, φτάνοντας στο τέλος Μαρτίου σε επίπεδα που δεν είχαμε δει, από την έναρξη της πανδημίας.
Το Penn Wharton Budget Model (PWBM – ένα εργαλείο του κορυφαίου Business School στον πλανήτη, για τις μακροοικονομικές συνέπειες των οικονομικών πολιτικών) προβλέπει επιπτώσεις που κάνουν ακόμη και τον πιο αισιόδοξο οικονομολόγο ή πολιτικό να ανατριχιάσει: μείωση του ΑΕΠ κατά 8% μακροπρόθεσμα, συρρίκνωση των μισθών κατά 7%, και απώλεια $58.000 για κάθε νοικοκυριό μεσαίου εισοδήματος.
- Ναι, διαβάσατε σωστά: $58.000, ποσό που για πολλούς Αμερικανούς αντιστοιχεί στο ετήσιο εισόδημα τους. Ειδικά στην Rust Belt, την οποία υποτίθεται ότι ο Τραμπ προσπαθεί να επαναφέρει σε ανάκαμψη. Οι δασμοί ενδέχεται να αυξήσουν τα έσοδα κατά $5,2 τρισεκατομμύρια σε μια δεκαετία, αλλά με τίμημα τη μείωση των εισαγωγών κατά $6,9 τρισεκατομμύρια.
Η Harvard Business Review διαχωρίζει τις επιπτώσεις σε σοκ προσφοράς και ζήτησης. Το αυτοπροκαλούμενο σοκ προσφοράς αναμένεται να συμπιέσει την ανάπτυξη του ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 1,4% το 2025. Για τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, το σοκ προσφοράς θα είναι ηπιότερο, με μείωση της ανάπτυξης μεταξύ 0,1% και 0,3% του ΑΕΠ.
- Όσο για τα σοκ ζήτησης, για τις περισσότερες χώρες, η επίπτωση κυμαίνεται μεταξύ 0,2% και 0,6% της ανάπτυξης του ΑΕΠ. Ωστόσο, για χώρες όπως το Βιετνάμ, ο αντίκτυπος θα μπορούσε να ξεπεράσει το 6% του ΑΕΠ – μια οικονομική καταστροφή με το πάτημα ενός κουμπιού.
Οι διεθνείς αντιδράσεις ήταν άμεσες και έντονες. Η Κίνα ανταπέδωσε με αύξηση των δασμών στις αμερικανικές εισαγωγές από 84% σε 125%. Το Υπουργείο Οικονομικών της Κίνας ανακοίνωσε ότι “στο τρέχον ποσοστό, δεν υπάρχει πλέον αποδοχή της αγοράς για τις αμερικανικές εισαγωγές στην Κίνα”, μία ολοκάθαρη απόδειξη αυτού που όλοι οι λογικοί άνθρωποι ξέρουν και υποστηρίζουν: ότι οι εμπορικοί πόλεμοι δεν έχουν ποτέ νικητές. Η Κίνα κατέθεσε επίσης καταγγελία κατά των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
- Η Ursula von der Leyen, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υποδέχθηκε την αναστολή των δασμών χαρακτηρίζοντάς την “σημαντικό βήμα προς τη σταθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας”, μία εξόχως και φανερά διπλωματική διατύπωση με στόχο να μετριάσει την υπάρχουσα, μεγάλη ανησυχία στην Ευρώπη.
- Η ΕΕ παραμένει σε συναγερμό, έτοιμη να αντιδράσει αν χρειαστεί. Άλλες χώρες εξέφρασαν ανακούφιση για την προσωρινή αναστολή, αλλά επιταχύνουν τις προσπάθειές τους να διαφοροποιήσουν τις εμπορικές τους σχέσεις.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε ότι οι δασμοί του Τραμπ συνιστούν “σημαντικό κίνδυνο” για την παγκόσμια οικονομία. Η Kristalina Georgieva, διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ, απηύθυνε έκκληση στις ΗΠΑ και τους εμπορικούς τους εταίρους “να εργαστούν εποικοδομητικά για την επίλυση των εμπορικών εντάσεων” – μια έκκληση λογικής σε μια εποχή παραλογισμού.
- Η JP Morgan Research αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις της για την παγκόσμια ανάπτυξη. Η παγκόσμια ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να συρρικνωθεί στο 1,4% το τέταρτο τρίμηνο του 2025, από 2,1% στις αρχές του έτους. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι ο κίνδυνος παγκόσμιας ύφεσης έχει εκτοξευθεί στο 40%, μια πιθανότητα που κρούει εντονότατα τον κώδωνα του κινδύνου, παγκοσμίως.
Το σημαντικότερο όλων όμως, είναι το γεγονός πως, πέρα από τις άμεσες οικονομικές επιπτώσεις, η πολιτική δασμών του Τραμπ έχει δημιουργήσει ένα τοξικό κλίμα αβεβαιότητας που διαποτίζει κάθε πτυχή της παγκόσμιας οικονομίας.
Αυτό το κλίμα επιδεινώθηκε από την αιφνίδια αναστολή των δασμών, μια κίνηση που υπογραμμίζει την απρόβλεπτη φύση της τρέχουσας αμερικανικής πολιτικής. Η αβεβαιότητα αυτή έχει πολλαπλές συνέπειες: αδυναμία μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, πάγωμα επενδύσεων και εκτίναξη του κόστους συναλλαγών.
- Έτσι όπως διαμορφώνεται η κατάσταση, ακόμη κι αν πρόκειται πράγματι για μια τεράστια μπλόφα, κανείς δεν έχει πλέον διάθεση για επενδύσεις. Απλούστατα διότι, με την τακτική του γιο-γιο, μία έτσι και μία αλλιώς και τις συνεχείς αλλαγές πολιτικής δασμών καθημερινά, κανείς δεν μπορεί να έχει την παραμικρή σιγουριά και το ρίσκο εκτινάσσεται στην στρατόσφαιρα.
Στο μυαλό των επενδυτών, υπάρχει συνεχώς μια ερώτηση προς τον Τραμπ: πώς προωθείς την ανάκαμψη της εγχώρια παραγωγής όταν υπονομεύεις την προβλεψιμότητα που απαιτούν οι επενδύσεις;
Το κρίσιμο ερώτημα είναι η διάρκεια αυτής της αναταραχής. Οι δασμοί ενδέχεται να πυροδοτήσουν μια βαθιά αναδιάρθρωση των παγκόσμιων εμπορικών σχέσεων. Μακροπρόθεσμα, διαφαίνεται μια τάση του εμπορίου να διαμοιραστεί σε πολύ περισσότερες περιοχές απ’ ότι έως σήμερα, με επιτάχυνση της μετατόπισης παραγωγής από την Κίνα και μεγάλο κίνδυνο κατακερματισμού της παγκόσμιας οικονομίας, με μη ορθολογική διαχείριση πόρων.
- Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η αναταραχή θα διαρκέσει κάποιες εβδομάδες, ενώ οι αριθμοί υπονοούν ότι προς το παρόν, πέραν του τρομερού volatility, άλλα χαρακτηριστικά bear market, δεν έχουμε. Ωστόσο, οι αστάθμητοι παράγοντες είναι πάρα πολλοί και ιδιαίτερα ευαίσθητοι. Συνεπώς, επιβάλλεται επιφυλακτικότητα και προσεκτικές κινήσεις, με στρατηγικές προετοιμασίες για κάθε ενδεχόμενο.
Η παγκόσμια οικονομία απαιτεί σταθερότητα και προβλεψιμότητα. Οι απότομες αλλαγές πολιτικής και η αβεβαιότητα των δασμών Τραμπ υπονομεύουν αυτές τις προϋποθέσεις. Όπως έγραψε το Time: “Τίποτα δεν είναι πλέον βέβαιο εκτός από την αβεβαιότητα”!
Πέτρος Λάζος
[email protected]

