«ΕΜΕΙΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΘΕΤΟΥΜΕ ΜΟΝΟ» – Η “υπόνοια” ως διαλυτικό του κοινωνικού ιστού
του Παύλου Α. Στράνα
Επειδή το θέμα άπτεται των Τεμπών, θα ήθελα να διευκρινίσω πρώτα κάτι. Ούτε έχω σχολιάσει, ούτε και θα το κάνω, δηλώσεις και συμπεριφορά της κυρίας Καρυστιανού, γιατί έχω ξαναγράψει ότι αν ήμουν στην θέση της και δεν είχα πεθάνει από ανακοπή τη στιγμή που έμαθα για το δυστύχημα, θα είχα αυτοδικήσει σε υπέρτατο βαθμό κάτω από τον βρασμό ψυχής των πρώτων ημερών, και δεν θα είχα μετανιώσει γι αυτό.
Δύο χρόνια μετά βέβαια δεν ξέρω αν θα έκανα ότι κάνει εκείνη, αλλά θα ήμουν τουλάχιστον καχύποπτος σε κάθε φιλικό χτύπημα στην πλάτη, και κάθε μορφής συμπαράσταση στον πόνο μου από πολιτικούς που είχαν κυβερνήσει και άρα είχαν και αυτοί, ακέραια συμμετοχή για τις αιτίες του δυστυχήματος, καθυστέρησης της σύμβασης 717, παραγγελία συστημάτων ασφαλείας μη συμβατών μεταξύ τους, ρουσφετολογικούς διορισμούς κλπ.
Πάμε όμως στο θέμα μας, που είναι ο φασισμός που εμπεριέχεται στην συμπεριφορά
κάποιων πολιτικών, που κάνουν ερωτήματα δήθεν, και τελειώνουν το σκεπτικό τους, με
τη φράση, «εμείς ερωτήματα θέτουμε μόνο».
Μπροστά σε όποιον πολιτικό χρησιμοποιεί αυτού του είδους την αντιπαράθεση, ο
Γκαίμπελς, φαίνεται …μαθητούδι. Προσέξτε πρόσφατο παράδειγμα από την Βουλή.
Μιλάει αρχηγός κόμματος.
«Η κοινωνία συγκλονίζεται και ζητά απαντήσεις για τον θάνατο του γιου της ανακρίτριας
των Τεμπών. Πληθαίνουν τα ερωτήματα. Οφείλουμε να τα μεταφέρουμε. Ερωτήματα που
προκύπτουν και από την ανάρτηση της μητέρας του θύματος. Γιατί αναφέρεται στους υπεύθυνους του θανάτου του γιου της;
Τι συσχέτιση μπορεί να υπάρχει με την έρευνα των καταγγελιών συγγενών και συνηγόρων;
Εμείς μόνο ερωτήματα καταθέτουμε. Ερωτήματα που ζητούν απαντήσεις…».
Για κάθε λογικά σκεπτόμενο πολίτη, είναι σαφές ότι ο αρχηγός κόμματος ΔΕΝ κάνει
ερωτήσεις, δημιουργεί ΥΠΟΝΟΙΕΣ, που στο μυαλό των οπαδών του, δημιουργούν
βεβαιότητα, ότι όχι μόνο κάτι κρύβεται πίσω από τον θάνατο αυτόν, αλλά ότι ο θάνατος
αυτός έχει άμεση σχέση με την δουλειά της μητέρας του σαν ανακρίτριας στην υπόθεση
των Τεμπών.
Η ιατροδικαστική και η ανάκριση θα δείξουν αν κρύβεται ή όχι, αυτό που υπονοεί ο
αρχηγός, όμως εκείνος δεν περιμένει τους θεσμούς να δώσουν απάντηση, δημιουργεί
υπόνοιες από πριν.
Όλες αυτές οι υπόνοιες, ό,τι και να πει αργότερα ο ανακριτής, ο ιατροδικαστής, ακόμα και
η μητέρα του θύματος, έχουν με το «ερώτημα», εγκατασταθεί ήδη ως βεβαιότητα στο
μυαλό των πολιτών, για την οποία βεβαιότητα ο αρχηγός του κόμματος φροντίζει να
παραμείνει ως βεβαιότητα, ακόμα και στην περίπτωση που ο ιατροδικαστής που δεν έχει
ολοκληρώσει την έκθεση του όταν μιλάει ο αρχηγός, αποφανθεί ότι ο θάνατος προήλθε
από φυσιολογικά αίτια.
Και το κάνει αυτό λέγοντας στην συνέχεια: «Εμείς έχουμε καταγγείλει την ηγεσία της Δικαιοσύνης. Δεν μασήσαμε τα λόγια μας. Η Δικαιοσύνη λειτουργεί ως βραχίονας της κυβέρνησης και αμφισβητούμε τις επιλογές αυτές, γιατί η Κυβέρνηση παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη και κλονίζει την αξιοπιστία της».
Εδώ ο Γκαιμπελισμός παραδίδει τα σκήπτρα του στον αρχηγό του κόμματος, ο οποίος
«θέτει» μόνο ερωτήματα, αλλά αν οι απαντήσεις στα ερωτήματα δεν ικανοποιούν το μύθο
του, τότε εύκολα …διαψεύδει τις απαντήσεις περνώντας στην αιτιολογία, που είναι ότι η
δικαιοσύνη έχει χάσει την αξιοπιστία της.
Δηλαδή με απλά λόγια σε ρωτάω αν ένας θάνατος συνδέεται ή όχι με το ότι η μητέρα του
θύματος ήταν ανακρίτρια στα Τέμπη, λέγοντας παράλληλα ότι η δικαιοσύνη είναι
αναξιόπιστη γιατί την επηρεάζεις, άρα όποιο πόρισμα και αν βγάλει για τον θάνατο του
παιδιού είναι μονά ζυγά δικά μου, αν η δικαιοσύνη βρει ότι έχει σχέση ο θάνατος του
παιδιού με τα Τέμπη, κερδίζω, ενώ αν η δικαιοσύνη βρει ότι ΔΕΝ έχει σχέση με τα Τέμπη,
πάλι κερδίζω γιατί έχω ήδη καταγγείλει την δικαιοσύνη ως αναξιόπιστη άρα και το
πόρισμα που έβγαλε και δεν με εξυπηρετεί, είναι αναξιόπιστο, και άρα αυτό που
υπονόησα με το ερώτημα, …είναι αληθές!!!.
Όλο αυτό το σκηνικό, δεν αφορά μόνο έναν αρχηγό κόμματος ή μόνο το έγκλημα των
Τεμπών. Αφορά πολλούς αρχηγούς, πολλά γεγονότα, πολλές συμπεριφορές. Εν τέλει, αφορά νοοτροπία.
Την μέθοδο αυτή την χρησιμοποιούν αρκετοί πολιτικοί αρχηγοί, αλλά και «καλλιτέχνες»,
«δημοσιογράφοι», κλπ. Βέβαια οι Αρχηγοί θα αλλάξουν, οι «καλλιτέχνες» θα απαξιωθούν, τα Τέμπη κάποια στιγμή θα ολοκληρωθούν με τιμωρία ή όχι όλων των υπευθύνων, το ζήτημα όμως είναι ότι ο φασισμός των υπονοιών έχει εγκατασταθεί πια στη σκέψη των πολιτών και δύσκολα θα καταπολεμηθεί.
Με τη βοήθεια των ΜΜΕ, όλοι οι πολίτες έχουν δηλητηριαστεί με τη φασιστικού τύπου
μέθοδο των ερωτήσεων που διαχέουν υπόνοιες, ψάχνοντας δήθεν απάντηση, αλλά αν
έρθει απάντηση που δεν εξυπηρετεί, τότε, τόσο το χειρότερο …για την απάντηση, αυτοί
έτσι κι αλλιώς έχουν διαμορφώσει άποψη, αυτή πια είναι η αλήθεια τους, η υπόνοια που
κρύβει η ερώτηση και όχι η απάντηση, και αυτό εγκαθιδρύεται στο μυαλό των πολιτών
σαν αλήθεια που δεν αλλάζει ακόμα και όταν διαψευστεί από την πραγματικότητα.
Οδεύουμε με ευθύνη των πολιτικών, και ενεργό συμμετοχή των μέσων μαζικής ενημέρωσης, σε μια κοινωνία όχλου, όπου οργανωμένες ομάδες συμφερόντων θα μπορούν εύκολα με «υπόνοιες» να παρασύρουν τον όχλο στο δρόμο των δικών τους συμφερόντων.
Και αυτό στους πολύ παλιούς, …κάτι θυμίζει. Αλλοίμονο στα παιδιά και τα εγγόνια μας,
που τους κληροδοτούμε μια κοινωνία που αμφισβητεί τους θεσμούς, και υιοθετεί ως
θεσμό της, την υπόνοια.
Mε εκτίμηση

