Στην πρόσφατη έκθεσή της, η HSBC εξέτασε τον πολύπλευρο αντίκτυπο της τεχνητής νοημοσύνης (AI) στην οικονομία, υπογραμμίζοντας τις πολλά υποσχόμενες εξελίξεις, καθώς και τις πιθανές παγίδες και προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας.
Η έκθεση σκιαγραφεί μια ισορροπημένη εικόνα, αναλύοντας τις «καλές», τις «κακές» και τις «άσχημες» πτυχές της τεχνητής νοημοσύνης, με στόχο να βοηθήσει τους επενδυτές να πλοηγηθούν στην άνοδο αυτής της μετασχηματιστικής τεχνολογίας.
Στο «καλό» μέρος του σημειώματος, η HSBC επεσήμανε τις τεράστιες δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης να οδηγήσει σε βελτιώσεις της παραγωγικότητας σε διάφορους τομείς, μεταξύ άλλων. Η γενετική τεχνητή νοημοσύνη, ειδικότερα, έχει αναγνωριστεί ως βασική κινητήρια δύναμη αυτής της έκρηξης παραγωγικότητας.
Η έκθεση σημειώνει ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να ενισχύσει τη συνολική παραγωγικότητα, με εκτιμήσεις που υποδηλώνουν ετήσια ώθηση της τάξης του 0,1-1,0%.
«Εάν πραγματοποιηθεί, αυτό θα είναι ένας σημαντικός ούριος άνεμος για τις αγορές μετοχών. Ωστόσο, προηγούμενα παραδείγματα παρόμοιων τεχνολογικών εξελίξεων υποδηλώνουν ότι αυτή η ώθηση μπορεί να είναι πιο αόριστη από ό, τι πολλοί αναμένουν σήμερα», έγραψαν οι ερευνητές της HSBC.
Ένας από τους ξεχωριστούς τομείς είναι ο σχεδιασμός και η κατασκευή, όπου η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται ήδη για τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών, τη μείωση των αποβλήτων και τη δημιουργία καινοτόμων προϊόντων. Για παράδειγμα, η ομάδα της Mercedes F1 αξιοποίησε την τεχνητή νοημοσύνη για να σχεδιάσει ένα τμήμα πίσω ανάρτησης σε μόλις 48 ώρες, μια εργασία που συνήθως διαρκεί έξι εβδομάδες.
Ο τομέας των τραπεζικών και χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών αναμένεται επίσης να επωφεληθεί σημαντικά, με την τεχνητή νοημοσύνη να διευκολύνει την ταχύτερη ανάλυση δεδομένων, τη βελτιωμένη λήψη αποφάσεων και την ενισχυμένη εξυπηρέτηση πελατών.
Η HSBC υπογραμμίζει επίσης τα ευρύτερα οφέλη σε άλλους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών προϊόντων, όπου η τεχνητή νοημοσύνη βοηθά στην ανακάλυψη φαρμάκων και στις κλινικές δοκιμές, και της φιλοξενίας, όπου αυτή η αναπτυσσόμενη τεχνολογία βελτιώνει την εμπειρία των πελατών μέσω εικονικών βοηθών και προγνωστικής διαχείρισης αποθεμάτων.
Παρά αυτές τις ελπιδοφόρες προοπτικές, οι ερευνητές της HSBC προειδοποιούν για τα πιθανά μειονεκτήματα της τεχνητής νοημοσύνης.
Μεταξύ των σημαντικών ανησυχιών είναι ο αντίκτυπος στην απασχόληση. Η έκθεση υπαινίσσεται ότι η αυτοματοποίηση που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να εκτοπίσει σημαντικό αριθμό θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα εκείνων που περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενες εργασίες. Ακόμη και αν η τεχνητή νοημοσύνη δεν οδηγήσει σε σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας, είναι πιθανό να αλλάξει την ισορροπία μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, μετατοπίζοντας τα κέρδη προς το κεφάλαιο.
«Μια ευρεία έρευνα του ΔΝΤ έδειξε ότι σχεδόν το 40% της παγκόσμιας απασχόλησης είναι εκτεθειμένο στην τεχνητή νοημοσύνη, με τις ανεπτυγμένες αγορές να είναι πιο εκτεθειμένες (60% των θέσεων εργασίας) στο σοκ δεδομένης της δομής της αγοράς εργασίας», σημειώνει η HSBC.
«Αυτή είναι μια σημαντική πρώιμη διάκριση – ενώ η αυτοματοποίηση (όπως με τη ρομποτική) έχει επηρεάσει συνήθως τη ζήτηση για προσωπική εργασία, η τεχνητή νοημοσύνη θα διαδραματίσει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στο μέλλον της εργασίας στις υπηρεσίες, με αυτούς τους ρόλους «υψηλότερης ειδίκευσης» δυνητικά να κινδυνεύουν περισσότερο. Ως αποτέλεσμα, ο αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης είναι, προς το παρόν, πιο πιθανό να είναι εμφανής στις ανεπτυγμένες οικονομίες», πρόσθεσε.
Το ανταγωνιστικό τοπίο θα μπορούσε επίσης να επηρεαστεί, καθώς οι εταιρείες ενδέχεται να επενδύσουν υπερβολικά σε τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης, αυξάνοντας το κόστος και μειώνοντας τη δυνητική κερδοφορία.
Η HSBC επισημαίνει ότι ενώ η αρχική αύξηση της παραγωγικότητας είναι ελκυστική, οι ιστορικοί παραλληλισμοί με άλλες τεχνολογικές ανακαλύψεις υποδηλώνουν ότι αυτά τα οφέλη μπορεί να μην είναι τόσο μετασχηματιστικά όσο αναμενόταν. Προηγούμενες περιπτώσεις, όπως η φούσκα dot-com, έδειξαν ότι ο υπερβολικός ενθουσιασμός θα μπορούσε να οδηγήσει σε μη βιώσιμες αυξήσεις των επενδύσεων ακολουθούμενες από απότομες διορθώσεις.
«Φυσικά, είναι πιθανώς ακόμα πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε αν η τρέχουσα περίοδος ενθουσιασμού της τεχνητής νοημοσύνης θα καταλήξει με τον ίδιο τρόπο, δεδομένου ότι είμαστε ακόμα στα πολύ πρώιμα στάδια της διαφημιστικής εκστρατείας και των επενδύσεων που θα μπορούσαν κάλλιστα να προκύψουν ως αποτέλεσμα αυτού», γράφει η HSBC.
«Αλλά αξίζει επίσης να έχουμε κατά νου ότι, εάν επρόκειτο να προχωρήσουμε σε μια περίοδο όπου οι αναμενόμενες αποδόσεις από μια έκρηξη που προκαλείται από την τεχνητή νοημοσύνη θα ήταν εξαιρετικά υψηλές, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα έπρεπε να ανταποκριθούν με μια περίοδο υψηλότερων πραγματικών επιτοκίων προκειμένου να περιοριστεί ο βαθμός οικονομικής υπέρβασης στο σύστημα», συνέχισε η ομάδα.
Στην έκθεσή της, η HSBC δεν δίστασε επίσης να αντιμετωπίσει τις πιο ανησυχητικές πτυχές της τεχνητής νοημοσύνης.
Μία από τις πρωταρχικές ανησυχίες είναι η διάβρωση της εμπιστοσύνης και της αλήθειας. Η παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη έχει καταστήσει όλο και πιο δύσκολη τη διάκριση μεταξύ πραγματικού και κατασκευασμένου περιεχομένου, θέτοντας σημαντικές προκλήσεις για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, την πρόληψη της απάτης και την πολιτική σταθερότητα.
«Κατά τη διάρκεια αρκετών γενεών, οι άνθρωποι έχουν αναπτύξει πολλές ευρετικές μέθοδοι οι οποίες, μέχρι στιγμής, μας έχουν εξυπηρετήσει καλά», αναφέρει η έκθεση.
«Πιο συγκεκριμένα, λέμε ότι “το να βλέπεις σημαίνει να πιστεύεις”. Λοιπόν, όχι πια χάρη στο Generative AI. Αυτό έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, την απάτη και την πολιτική αρμονία».
Επιπλέον, ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης είναι ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα. Η αυξημένη χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης που καταναλώνουν ενέργεια αναμένεται να αυξήσει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, απαιτώντας περισσότερες καινοτομίες στην ενεργειακή τεχνολογία για τον μετριασμό αυτής της ανάπτυξης.
Επίσης, η άνιση κατανομή των οφελών της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να επιδεινώσει τις ανισότητες, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τις αναδυόμενες αγορές (EM) που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερη αναστάτωση καθώς οι θέσεις εργασίας επιστρέφουν στις ανεπτυγμένες αγορές.
Συνοπτικά, ενώ η τεχνητή νοημοσύνη έχει τεράστιες δυνατότητες να φέρει επανάσταση στην παραγωγικότητα και να οδηγήσει στην οικονομική ανάπτυξη, η έκθεση της HSBC συνιστά προσοχή. Τα οφέλη είναι απίθανο να κατανεμηθούν ομοιόμορφα και οι κίνδυνοι – που κυμαίνονται από τη μετατόπιση θέσεων εργασίας και τις ανταγωνιστικές πιέσεις έως τα ζητήματα εμπιστοσύνης και τις περιβαλλοντικές ανησυχίες – είναι σημαντικοί.
«Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε λόγους να είμαστε αισιόδοξοι για τον ευρύτερο οικονομικό αντίκτυπο της τεχνητής νοημοσύνης, αν και δεν θα επωφεληθούν εξίσου όλες οι εταιρείες, οι αγορές και οι άνθρωποι», ανέφερε η HSBC.
«Αλλά ενώ δεν είμαστε απαραίτητα πεπεισμένοι από ορισμένα από τα επιχειρήματα σχετικά με την αντιληπτή απειλή της τεχνητής νοημοσύνης, πιστεύουμε ότι είναι χρήσιμο για τους επενδυτές να τα κατανοήσουν, δεδομένου ότι έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν απόψεις προς μια τεχνολογία που ήδη οδηγεί σε τεράστιες αλλαγές στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων».
πηγή:www.investing.com

