Στην πρώτη περίπτωση είναι η ηδονή της γεύσης το κατεξοχήν ζητούμενο και επιθυμητό, ενώ στη δεύτερη πρόκειται γενικά για την ηδονή της κοιλίας και των οργάνων της πέψης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπάρχει αναζήτηση ενός συγκεκριμένου τύπου σωματικής ηδονής. Άρα η γαστριμαργία μπορεί να ταξινομηθεί μεταξύ των «παθών του σώματος».
Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: Η ψυχολογία αρνείται κατηγορηματικά να αποδώσει την υπερκατανάλωση φαγητού ή ποτού – και κατ’ επέκταση τις διατροφικές διαταραχές και την παχυσαρκία – αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση. Η επιστήμη διατείνεται ότι η παχυσαρκία, στη Δύση, προωθείται από ένα «παχυσαρκογόνο» περιβάλλον που ενθαρρύνει την υπερβολική κατανάλωση φαγητού (θερμίδων), ενισχύοντας την άποψη ότι παχυσαρκία και βουλιμία είναι είδος νόσου.
Το πόσο διαθέσιμο ή το πόσο φθηνό είναι το φαγητό, το αν έχουμε εύκολη πρόσβαση σε καταστήματα έτοιμου φαγητού, ακόμη και το πόσο μεγάλες είναι οι μερίδες, όλα φαίνονται να επηρεάζουν το βάρος και ενδεχομένως τη διατροφική συμπεριφορά μας. Η θεωρία της περιβαλλοντικής ευθύνης πρεσβεύει πως όταν κάποιος έχει φίλο ή σύντροφο που είχε πάρει παραπανίσια κιλά μέσα σε μια χρονική φάση, είχε και ο ίδιος περισσότερες πιθανότητες να αυξήσει το βάρος του την επόμενη χρονική φάση.
Η «μεταδοτικότητα» αυτή αποδίδεται σε κοινωνικούς παράγοντες – δηλαδή ποιο θεωρείται αποδεκτό βάρος και ποιες είναι οι κρατούσες διατροφικές συμπεριφορές. Επιστήμονες του Εργαστηρίου Μπρουκχέιβεν (ΗΠΑ) παρατήρησαν ότι ο εγκέφαλος των βουλιμικών ανθρώπων διαθέτει λιγότερους υποδοχείς ντοπαμίνης και παρουσιάζει αυξημένη δραστηριότητα σε περιοχές που συνδέονται με το στόμα και τη γλώσσα. Το εύρημα θα μπορούσε να σημαίνει ότι στους ανθρώπους αυτούς το κύκλωμα της ανταμοιβής υπολειτουργεί κάνοντάς τους να επιζητούν περισσότερη απόλαυση στο φαγητό, αλλά και το … ακριβώς αντίθετο: ότι δηλαδή η ροπή τους προς τη συγκεκριμένη απόλαυση επέφερε μεταβολές στα εγκεφαλικά τους δίκτυα.
Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΚΕΨΗ: “Άλλο πράγμα είναι το να φάγει τις δια να ικανοποιήση την φυσικήν ανάγκην και άλλο να φάγει δια να δοκιμάση την εκ του φαγητού ηδονήν. Ο σκοπός δια τον οποίον τρώγει τις είναι εκείνος ο οποίος δημιουργεί την αμαρτίαν.”, τονίζει ο Δωρόθεος (Γαζής). Η λαιμαργία, κατά τους Πατέρες, είναι “επιθυμία του εσθίειν για την ηδονή”, και γαστριμαργία η “ακράτεια του στόματος και της κοιλίας”. Η γαστριμαργία, όμως, δεν προέρχεται άμεσα από τις ανάγκες του σώματος, γιατί συχνά η επιθυμία υπερβαίνει την ανάγκη, ιδιαίτερα στην περίπτωση της βουλιμίας.
Έτσι μπορούμε να θεωρήσουμε τη γαστριμαργία και ως ψυχικό πάθος. Ο Μάξιμος Ομολογητής την ονομάζει “εμπαθή λογισμό”, διότι “το σώμα παρεμβαίνει μόνο ως όργανο πραγμάτωσης της επιθυμίας της ψυχής” (Συμεών Νέος Θεολόγος). Κανείς των Πατέρων δεν πιστεύει ότι η τροφή είναι ακάθαρτη ώστε να οδηγεί στη θεώρηση της γαστριμαργίας ως πάθους, άλλωστε: «ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον» (Ματθ. ιε΄ 11), και «παν κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας λαμβανόμενον» (Α’ Τιμ. δ΄4). Άρα το πάθος της γαστριμαργίας δεν έγκειται στην τροφή ή στην ποιότητά της, αλλά στον τρόπο και το σκοπό της πράξης.
Η τροφή δόθηκε από το Θεό στους ανθρώπους με συγκεκριμένο σκοπό. Συνιστά διαστροφή να την θέτει ο άνθρωπος στην υπηρεσία άλλων σκοπών. «Τα βρώματα δια δύο αιτίας εκτίσθη: τροφής ένεκα και θεραπείας” (Ισαάκ Σύρος). Κατά το Θεολόγο Γρηγόριο, ο άνθρωπος κάνει παρά φύση χρήση της τροφής όταν τη χρησιμοποιεί για απόλαυση και ηδονή. Έτσι ο άνθρωπος, αναζητώντας πρώτα την απόλαυση, μετακινεί την επιθυμία τροφής και ηδονής, πριν από την επιθυμία του Θεού, αποστρεφόμενος και στερούμενος της ηδονής των ανώτερων πνευματικών αγαθών.
Η γαστριμαργική διάθεση είναι ειδωλολατρική, διότι οι άνθρωποι που παραδίνονται σ’ αυτή έχουν «θεόν την κοιλίαν» (Φιλιπ. γ΄ 19). «Θεός μεν γαρ αισθητός η κοιλία τοις γαστροίς ούσι δούλοις», σημειώνει ο Γρηγόριος Παλαμάς. Πράγματι, μέσω αυτής της διάθεσης, ο άνθρωπος καθιστά υπαρξιακό κέντρο του, την αίσθηση της γεύσης, υποδουλώνοντας το πνεύμα του. Η τροφή γίνεται αντικείμενο σημαντικής μέριμνας και, ακραία, σχεδόν αποκλειστικής, αμελώντας αυτό που έπερεπε να απασχολεί πρωταρχικά.
Ο ίδιος ο Χριστός μας δίνει το παράδειγμα της φυσιολογικής διάθεσης και στάσης, όταν ευχαριστεί τον Πατέρα πριν μοιράσει την τροφή στα πλήθη που Τον περιβάλλουν (Ματθ. ιε΄36, κ.α.). Ο Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει ότι ο Θεός δημιούργησε τις τροφές για να λαμβάνονται «μετά ευχαριστίας» (Α’ Τιμ. δ΄ 3), συμβουλεύοντας: «Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» (Α’ Κορ. ι΄ 31). Για τον γαστρίμαργο οι τροφές αποβαίνουν γι’ αυτόν “αρχή θανάτου” (Ισαάκ Σύρος), έστω κι αν πιστεύει ότι εξασφαλίζει τη ζωή του μ’ αυτές. Έτσι το πάθος της γαστριμαργίας – λαιμαργίας εμφανίζεται σοβαρότερο απ’ όσο φαίνεται με μια πρώτη ματιά.
Ορισμένοι Πατέρες βλέπουν στη λαιμαργία την πηγή του προπατορικού αμαρτήματος (Ιωάννης Σιναϊτης, Κασσιανός, Ισαάκ Σύρος). Πραγματικά, τρώγοντας από τον απαγορευμένο καρπό, ο Αδάμ θέλησε ν’ απολαύσει, έξω από το Θεό, το βρώμα που “συμβολίζει και αντιπροσωπεύει τον αισθητό κόσμο καθ΄ ολοκληρία” (Μάξιμος Ομολογητής). Η γαστριμαργία αποκόπτει τον ανθρώπο από την κοινωνία του με το Θεό.
Η βαρύτητα του πάθους αποκαλύπτεται από το γεγονός ότι είναι ένας από τους πειρασμούς που ο Διάβολος υπέβαλε στο Χριστό στην έρημο. Με την απόκρουση του πειρασμού, ο Χριστός, ως ο Νέος Αδάμ, αποκαθιστά την κοινωνία που ο πρώτος Αδάμ είχε διακόψει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Με το λόγο «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού» (Ματθ. δ΄ 4), απελευθερώνει την υποταγμένη στην τυραννία του πάθους ανθρωπότητα. Η γαστριμαργία αξιολογείται από τους Πατέρες ως νόσος, αφροσύνη και μανία…
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΕΔΩ: https://oakhellas.blogspot.com/2025/03/blog-post_23.html
ΥΠΟΤΙΤΛΟΣ ΕΙΚΟΝΑΣ:Hieronymus Bosch, Allegory of Gluttony and Lust

