Η κοινωνία μας σε κώμα (του Ηρακλή Α. Σωτηράκη)

  • Απόγευμα Πέμπτης, και δύο 31χρονα παιδιά φεύγουν από τα σπίτια τους, φτωχικά σπίτια
    μικρομεσαίων οικογενειών, για να πάνε το ένα για δουλειά και το άλλο για να δει έναν
    αγώνα βόλεϊ.

Το ένα παιδί δουλεύει αστυνομικός, και έχει μετατεθεί στα ΜΑΤ, γιατί σ αυτή την υπηρεσία
έχουν κάποιες υπερωρίες, που αυξάνουν τον πενιχρό μισθό που παίρνει, είναι πατέρας
βλέπεις και έχει ανάγκες. Στην αστυνομία βρέθηκε με Πανελλήνιες εξετάσεις, και δήλωσε
αυτή τη σχολή, γιατί δεν υπήρχαν τα οικονομικά για να σπουδάσει μία επιστήμη που δεν
θα είχε σίγουρη δουλειά, ούτε και θα μπορούσε η οικογένεια του να τον βοηθήσει
οικονομικά να σπουδάσει, αν πετύχαινε σε κάποια άλλη πόλη.

  • Αν ήταν παλιά, που οι καθηγητές και οι δάσκαλοι έπιαναν αμέσως δουλειά, θα έδινε στη Φιλοσοφική, αλλά τώρα, δήλωσε μόνο σχολές «στολής», Ικάρων, Ευελπίδων, αστυνομικών, μόνο αυτές έχουν σίγουρη δουλειά.

Το άλλο παιδί, είναι άνεργος, μικρός είχε πάει Πολυκλαδικό, κακές παρέες, είχε δώσει
Πανελλήνιες, πέτυχε σε μία σχολή στην Κοζάνη αλλά και αυτόν η οικογένεια του δεν είχε τα
οικονομικά μέσα για να τον στείλει στην Κοζάνη, κι έτσι έμεινε Αθήνα, στο πατρικό, χωρίς
σπουδές, κάνοντας δουλειές του ποδαριού, σαιζόν, μπαρ, ντελίβερι, κάπου τα έσπαγε με τα
αφεντικά, έπεσε και στην παραμύθα, οι παρέες του σκοινιού και του παλουκιού, η
οικογένεια αδιάφορη, και κάπως έτσι αναζήτησε την προστασία στην «θαλπωρή» των
οπαδικών συλλόγων, και έτσι τώρα πήγαινε με τα άλλα «παιδιά» σε αγώνα της αγαπημένης
του ομάδας, ομάδα θρησκεία, στήριγμα μιας ρημαγμένης ζωής, με κάποιο «τρόπο» έπρεπε
κι αυτός να δείξει ότι «αξίζει».

  • Πηγαίνοντας στο γήπεδο, αντίκρισε απ έξω τον ματατζή συνομήλικο του, και αυτόματα,
    συγκέντρωσε ολόκληρη την εικόνα της καταπίεσης και της απαξίωσης της ζωής του, πάνω
    στο πρόσωπο που έβλεπε κάτω από τζάμι του κράνους που τον προστάτευε. Την ίδια ώρα ο αστυνομικός, βλέποντας τον οπαδό συνομήλικο του, εστίασε πάνω του όλη
    την επαγγελματική καταπίεση, τις επιφυλακές, τις ακατανόητες διαταγές των ανωτέρων
    που πρέπει να υπακούει τυφλά, την στέρηση της δυνατότητας να παίζει με την κόρη του,
    αντί να φυλάει αυτόν τον «ξεφτιλισμένο» χούλιγκαν.

Το σκηνικό είχε στηθεί: Η εξουσία της «κανονικής» κοινωνίας, με εκπρόσωπο τον αστυνομικό, και η εξουσία της «λούμπεν» κοινωνίας, με εκπρόσωπο τον οπαδό. Το αθλητικό παιχνίδι φυσικά περνάει σε δεύτερη μοίρα, είναι η δικαιολογία για να βρεθούν αντιμέτωποι, οι δύο 31χρονοι- φορείς, όσων καταπιέσεων και ιδεών, τους έχουν φυτέψει στο κεφάλι οι εξουσιαστές , ιδιοκτήτες συλλόγων, υπουργοί, «οπαδικοί» δημοσιογράφοι, όλη η κοινωνική ένταση, και σύγκρουση, μεταξύ «κανονικής» και μη «κανονικής» κοινωνίας, μεταξύ πλούσιων και φτωχών, μεταξύ δικών μας, και εχθρών μας, περασμένη μέσα στο κεφάλι τους, εκφρασμένη σε δύο φράσεις.

«Πάμε να κάψουμε τους μπάτσους», από τη μια, «πάμε να μαμήσουμε τα κωλόπαιδα», από την άλλη. Τα δύο 31χρονα, που μπορεί να είναι και οπαδοί της ίδιας ομάδας, τώρα αναγνωρίζονται ως κοινωνικοί, οικονομικοί, συστημικοί εχθροί, δύο «εργαλεία» στα χέρια των εξουσιών που τους εκπαιδεύουν με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτά να θεωρούν ότι όχι μόνο τους εκπροσωπούν , αλλά ταυτίζονται με την εξουσία την οποία υπηρετούν, ότι είναι αυτοί οι ίδιοι, ο ιδιοκτήτης, και ο υπουργός.

  • Ο χούλιγκαν ταυτίζεται με τον ιδιοκτήτη, ο αστυνομικός ταυτίζεται με την εξουσία, και
    δυστυχώς κανένας δεν βλέπει πως είναι δύο πολύ μικρά πλαστικά γραναζάκια, που ακόμα
    και να χαθούν, εύκολα αντικαθίστανται στην σιδερένια μηχανή της κάθε λογής εξουσίας
    συστημικής, ή αντισυστημικής.

Στην καλή περίπτωση, η μάχη που θα ακολουθήσει, αδιάφορο με ποια αφορμή, μάχη
προδιαγεγραμμένη από το απόγευμα που ξεκινούσαν από τα σπίτια τους, προδιαγεγραμμένη από τους εξουσιαστές τους, αυτή η μάχη θα τελειώσει χωρίς θύματα, και τα δύο παιδιά στα στέκια τους, θα διηγούνται πως ο χούλιγκαν κλώτσησε τον αστυνομικό, και πως ο αστυνομικός κοπάνησε με το ρόπαλο τον χούλιγκαν.

Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που η μάχη τελειώνει με έναν από τους δύο στο νοσοκομείο η στο νεκροτομείο, και τότε όλο αυτοί που στείλανε τα δύο παιδιά σ αυτόν τον πόλεμο, εκφράζουν τα συλλυπητήρια τους και στέλνουν στεφάνια, ιδιοκτήτες συλλόγων ή υπουργοί.
Έχει σημασία αλήθεια, αν ο 31χρονος που κινδυνεύει να πεθάνει φορούσε στολή ή όχι; Αν
η φωτοβολίδα αστοχούσε, αλλά τα χημικά της αστυνομίας έστελναν στον τάφο έναν οπαδό
θα είχε διαφορά;

  • Δυστυχώς καταντήσαμε την κοινωνία μας έτσι, που να υπάρχουν μόνο …εχθροί. Εχθροί του συστήματος, της τάξης και της νομιμότητας, των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, εχθροί του γείτονα, του συγκάτοικου, εχθροί των ζώων, των γυναικών, των ΑΜΕΑ, των λοατκυ, παντού και μόνο, ΕΧΘΡΟΙ.

Εχθροί που μέχρι χτες πήγαιναν στα δικαστήρια, μηνύσεις επί μηνύσεων, στη συνέχεια,
επειδή και η δικαιοσύνη λογιάζεται ως εχθρός, πήγαμε στις αυτοδικίες, τις χειροδικίες, και
τώρα πια …εξελιχθήκαμε, τώρα ο εχθρός πρέπει να εξοντωθεί δια παντός, θάνατος, κι αν
συμβεί έλα μωρέ ένας εχθρός λιγότερος, λες και παίζουμε ιντερνετικό παιχνίδι που
κερδίζει όποιος σκοτώνει τους πιο πολλούς.

  • Πολλές ειλικρινείς ευχές για το παλληκάρι που παλεύει για τη ζωή του, αλλά δεν θα είναι το τελευταίο όσο συνειδητά ή ασυνείδητα, από ιδιοκτήτες και υπουργούς διαμορφώνεται η νέα γενιά «εχθρών», με ακόμα πιο άγρια χαρακτηριστικά, αντίγραφα της κοινωνίας την
    οποία μας έχουν επιβάλλει οι κάθε μορφής κάτοχοι εξουσίας.

Μακάρι να μην θρηνήσουμε…
Ηρακλής Α. Σωτηράκης

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο