
Σας ευχαριστούμε πολύ για την ενημέρωση. Εν τούτοις, κατά την άποψη μας, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους δεν έχει νόημα να στηρίζει απλά το εκάστοτε κυβερνητικό αφήγημα – αλλά να ενημερώνει την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και κατ’ επέκταση την κοινωνία, για τα πραγματικά οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας.
Για παράδειγμα, οι αναφορές στα πολύ βασικά προβλήματα της οικονομίας μας, στο εμπορικό έλλειμμα που εκτοξεύθηκε στα 34,6 δις € το 2024, καθώς επίσης στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ύψους 15,1 δις €, δεν είναι αυτές που θα έπρεπε – πόσο μάλλον αφού γνωρίζετε πολύ καλά ότι, το δημόσιο χρέος μίας χώρας δεν μειώνεται ποτέ βιώσιμα, εάν δεν έχει πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της.
Προφανώς όχι με την υπερφορολόγηση των Πολιτών της που έχει ημερομηνία λήξης – αφού μειώνεται συνεχώς η φοροδοτική τους ικανότητα. Δυστυχώς εμείς ως αντιπολίτευση, δεν έχουμε πρόσβαση στα ακριβή οικονομικά στοιχεία της χώρας, οπότε θα θέλαμε να μας ενημερώνετε για σοβαρούς δείκτες – πάντοτε συγκριτικά με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης και της ΕΕ.
Δηλαδή, για την παραγωγικότητα της εργασίας, από την οποία εξαρτώνται οι μισθοί, οπότε η ζήτηση, η κατανάλωση και το βιώσιμο ΑΕΠ, για την εξέλιξη του κόστους εργασίας ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος, αφού από αυτήν εξαρτάται πια η ισοτιμία του «ελληνικού ευρώ», για τα υπόλοιπα της χώρας μας στο σύστημα Target 2 και πού οφείλονται, όπου εμείς τα βρίσκουμε στα -74 δις € στα τέλη Μαρτίου του 2025, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά κλπ.
Επίσης για το τεράστιο πρόβλημα της μονοκαλλιέργειας του τουριστικού μας μοντέλου – από το οποίο εξαρτάται, μετά την επιβολή των μνημονίων, όλο και περισσότερο η χώρα μας.
Επιγραμματικά εδώ, η Ισπανία με 48 εκ. πληθυσμό, είχε 94 εκ. αφίξεις τουριστών το 2024, δηλαδή διπλάσιες του πληθυσμού της και 128 δις € έσοδα – ενώ η Ελλάδα με 10 εκ. πληθυσμό, είχε αφίξεις περί τα 36 εκ. ή σχεδόν τετραπλάσιες του πληθυσμού και μόλις 21,7 δις € έσοδα!
Την ίδια στιγμή οι Ισπανοί, με υπερδιπλάσιους μέσους πραγματικούς μισθούς, διαμαρτύρονται για υπερτουρισμό που καταστρέφει τις υποδομές, ρυπαίνει το περιβάλλον και αυξάνει τα ενοίκια, οπότε το κόστος ζωής – ενώ εμείς θριαμβολογούμε για τις αφίξεις αντί να προβληματιζόμαστε για τα έσοδα, θεωρώντας ανόητα τον τουρισμό βιομηχανία.
Η μέση δαπάνη δε ανά τουρίστα στην Ισπανία ήταν 1.333 € το 2024, ενώ στην Ελλάδα περί τα 573€, βαίνοντας συνεχώς μειούμενη παρά τον πληθωρισμό – γεγονός που σημαίνει ότι, στην Ελλάδα είναι ζημιογόνος, αφού δεν μπορεί να έχουμε τόσο χαμηλότερο κόστος ανά τουρίστα, από την Ισπανία.
Από την άλλη πλευρά, στην Ελλάδα απασχολούνται διπλάσιοι εργαζόμενοι στον τουρισμό, από όσους στην Πορτογαλία – η οποία έχει περισσότερα τουριστικά έσοδα από εμάς, αλλά σχεδόν τις μισές αφίξεις ή διπλάσιες του πληθυσμού της, οπότε επιβαρύνονται πολύ λιγότερο οι υποδομές και το περιβάλλον της.
Συμπερασματικά λοιπόν, το τουριστικό μας μοντέλο είναι χρεοκοπημένο, όπως άλλωστε γενικότερα το οικονομικό και απορροφάει δυσανάλογο ποσοστό εργαζόμενων εις βάρος των άλλων κλάδων, με πολύ χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας – ενώ οι ξενοδόχοι επιμένουν στην εισαγωγή εργαζόμενων, επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν σωστούς μισθούς και παρέχουν συνθήκες εργασίας γαλέρας, λόγω της χαμηλής δαπάνης ανά τουρίστα.
Αλήθεια, πόσες είναι πραγματικά οι κενές θέσεις εργασίας; Κατά την ΕΛΣΤΑΤ είναι περί τις 40.000, δηλαδή ελάχιστες σε σχέση με τους πάνω από 400.000 ανέργους κατά την ΕΛΣΤΑΤ και 800.000 κατά την ΔΥΠΑ – ενώ διάφοροι υπουργοί αναφέρονται σε 200.000 και 300.000 κενές θέσεις εργασίας.
Ξεκινώντας τώρα από το πλεόνασμα του προϋπολογισμού, εσείς αναφέρετε πρωτογενές της Γενικής Κυβέρνησης 11,2 δις μετά από προσαρμογές – ενώ η ΕΛΣΤΑΤ 11,4 δις πρωτογενές και 3,1 δις δημοσιονομικό ή 1,3% του ΑΕΠ μας. Τι ακριβώς ισχύει, αν και η διαφορά είναι μικρή;
Το πλεόνασμα βέβαια αυτό οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην υπερφορολόγηση των Πολιτών – αφού το πραγματικό μας ΑΕΠ από το 2019 έως το 2024 αυξήθηκε από τα 185 δις περίπου στα 201 δις, ενώ το ονομαστικό στα 237,5 δις.
Επομένως, τα 36,5 δις ΑΕΠ οφείλονται στον πληθωρισμό – όπου, επειδή τα φορολογικά έσοδα του κράτους υπολογίζονται στο 29% του ΑΕΠ, αφού το 2024 ήταν στα 69,4 δις έναντι 237,5 δις ΑΕΠ, τα 10,5 δις προέρχονται από την υπερφορολόγηση, με τη διατήρηση των ίδιων συντελεστών στις αυξημένες τιμές.
Μπορεί λοιπόν να επικροτείται από την ΕΕ, από το ΔΝΤ και τις εταιρίες αξιολόγησης, αφού έτσι εξασφαλίζονται οι δανειστές, αλλά δεν αποτελεί κανένα λόγο δικής μας θριαμβολογίας – αφού έτσι ληστεύονται κυριολεκτικά οι Έλληνες, αυξάνεται το ιδιωτικό χρέος και χάνουν τα σπίτια τους, ενώ έχει ημερομηνία λήξης.
Από την άλλη πλευρά εμείς, έχοντας την εμπειρία των μεγάλων πλεονασμάτων του ΣΥΡΙΖΑ που τελικά κατέληγαν σε αύξηση του χρέους, αντί σε μείωση, θεωρήσαμε σκόπιμο να το ερευνήσουμε, μέσω των στοιχείων της ΤτΕ – έχοντας καταθέσει ερώτηση στο υπουργείο.
Εν προκειμένω, αυτό που μας προξένησε εντύπωση είναι ο κωδικός «Άλλοι λογαριασμοί του δημοσίου» ο οποίος, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, εμφανίζει αύξηση του υπολοίπου του κατά 8,413 δις – δηλαδή 8,396 δις το 2024, συν 777 εκ. το πρώτο δίμηνο του 2025, μείον 76 εκ. το πρώτο δίμηνο του 2024.
Η ερώτηση μας λοιπόν εδώ ήταν εάν πρόκειται για αδιάθετα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, δάνεια και επιχορηγήσεις – ειδικά επειδή ο ΟΔΔΗΧ έχει καταγράψει το σύνολο των δανείων του ΤΑΑ στα 9,6 δις το καλοκαίρι του 2024, ενώ ο αρμόδιος Υπουργός είχε ανακοινώσει πως έχουν χορηγηθεί μόλις 1,7 δις. Μήπως το ερευνήσατε και εσείς, οπότε μήπως μπορείτε να μας απαντήσετε πού κάνουμε λάθος, εάν κάνουμε;
(Εδώ απάντησε ο υπεύθυνος, επιβεβαιώνοντας πως τα αδιάθετα χρήματα του Ταμείου Ανασυγκρότησης προστίθενται στο πλεόνασμα!)
Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά το δημόσιο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης, η διαχείριση 2024 κατέληξε στην ουσία σε αύξηση του κατά 775 εκ. € – αφού, χρησιμοποιήθηκαν τα 5 δις € του ESM για την πληρωμή των διακρατικών δανείων του 1ου μνημονίου μειώνοντας το μαξιλάρι των 15,697 δις € στα 10,697 δις € και το δημόσιο χρέος μειώθηκε μόλις κατά 4,225 δις € κατά την ΕΛΣΤΑΤ (5 δις μείον 775 εκ).
Ως εκ τούτου, απορούμε πώς συνάδει με τη λογική η πρόκληση δημοσιονομικού πλεονάσματος 3,1 δις – αφού το δημόσιο χρέος μας στην ουσία αυξήθηκε και δεν μειώθηκε.
Περαιτέρω στο πλεόνασμα που ανακοινώθηκε, θεωρούμε ότι είναι υπερβολικό ακόμη και με βάση το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ – όπου, εάν το καταλάβαμε σωστά, θα έπρεπε να έχουμε έλλειμμα έως 1,5% του ΑΕΠ ή 3,55 δις, έτσι ώστε να υπάρχει απόθεμα 1,5% σε σχέση με το μέγιστο έλλειμμα 3%.
Γιατί; Επειδή έχουμε υψηλό χρέος άνω του 90% – αν και μειώνεται με ρυθμούς άνω του 1% που υπαγορεύει το πλαίσιο.
Εάν λοιπόν είναι σωστός ο συλλογισμός μας, τότε το καθαρό πλεόνασμα, εάν φυσικά υπάρχει, είναι 7,8 δις (11,4-3,55) άνω του απαιτουμένου από το πλαίσιο της ΕΕ. Θερμή παράκληση να μας απαντήσετε εάν ισχύει, ειδικά επειδή χρησιμοποιείται ως απειλή από την κυβέρνηση – όπως πρόσφατα από τον κ. Παπαθανάση στην εκδήλωση της ΓΣΕΒΕΕ, όπου τρομοκρατούσε λέγοντας ότι, εάν δεν έχουμε αυτά τα πλεονάσματα θα οδηγηθούμε σε ενισχυμένη εποπτεία.
Όσο αφορά τώρα το ΑΕΠ και τη μεγέθυνσή του σε αντίθεση με την ΕΕ που όμως δεν έχασε το 26,6% του ΑΕΠ της από τα μνημόνια, σύμφωνα με το δικό σας πίνακα, η αύξηση του 2024 προήλθε σε μεγάλο βαθμό από την άνοδο των αποθεμάτων – οπότε θα επηρεαστεί αρνητικά το 2025. Ισχύει;
Συγκριτικά βέβαια με τις άλλες χώρες της ΕΕ, η κατάσταση μας έχει επιδεινωθεί σε μεγάλο βαθμό, αφού ενώ εμείς χάσαμε ΑΕΠ, αυτές δεν έμειναν στάσιμες – οπότε η απόσταση μας έχει διευρυνθεί.
Σε σχέση με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, γράφετε ότι επιδεινώθηκε κατά 1,2 δις ως προς το 2023 – λόγω της αύξησης των πληρωμών των πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων κατά 9,7% και της αύξησης των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 2,6%. Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι σημαίνει αύξηση των πληρωμών των πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων και πού οφείλεται;
Πολύ σωστά πάντως επισημαίνετε ότι, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, αυξήθηκαν μεν κατά 1,1 δις το 2024 σε σχέση με το 2023 ή κατά 5,4%, αλλά όμως οφείλεται στην άνοδο της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης κατά 9,8% – αφού η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε κατά 5,1%.
Όσον αφορά την ανεργία, υπάρχει μεν μια αύξηση της απασχόλησης, αλλά η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό είναι κάτω από τη μέση της ΕΕ, όπως σημειώνεται – αν και αυτό που πρέπει να μας απασχολεί είναι η παραγωγικότητα της εργασίας που ευρίσκεται κάτω από το 50% της Ευρωζώνης, με αποτέλεσμα να έχουμε καταντήσει τελευταίοι στο πραγματικό ωρομίσθιο και προτελευταίοι στο κατά κεφαλήν εισόδημα.
Σε σχέση με την απασχόληση οφείλουμε να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του ΣΕΒ, το 2008 είχαμε 400.000 τεχνικούς – ενώ το 2024 μειώθηκαν κατά 125.000.
Οι ειδικευμένοι τεχνίτες δε, από 667.000 το 2008 μειώθηκαν στις 417.000 το 2024 – ενώ, αντίθετα, οι πωλητές και οι παροχείς υπηρεσιών αυξήθηκαν από 680.000 το 2008 σε 1.000.000 το 2024. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αποβιομηχάνισης, των χρεωκοπιών, των μνημονίων και της αύξησης του τουρισμού!
Παράλληλα, πολλοί πτυχιούχοι και όχι μόνο του brain drain, έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα και δεν πρόκειται να επιστρέψουν – ενώ αντικαθίστανται από φθηνούς αλλοδαπούς, όταν όλοι γνωρίζουμε πως όταν οι επιχειρήσεις βρίσκουν φθηνό κόστος εργασίας, δεν ενδιαφέρονται ούτε για επενδύσεις, ούτε για καινοτομία.
Έτσι τροφοδοτείται μία δημογραφική καταστροφή, η απώλεια εξειδικευμένων εργαζομένων και Know How, καθώς επίσης η συνέχιση της πτώσης της παραγωγικότητας – ανεύθυνα κατά την άποψη μας.
Στο θέμα των επενδύσεων που συνεχίζουν να είναι πάνω από 6% του ΑΕΠ χαμηλότερες από τις μέσες ετήσιες της Ευρωζώνης, ενώ από αυτές εξαρτώνται η παραγωγικότητα της εργασίας, οι μισθοί, η αύξηση των εξαγωγών, η μείωση των εισαγωγών, τα ισοζύγια μας κλπ., υπολογίσατε το ύψος του κεφαλαιακού αποθέματος στα 657,2 δις – το οποίο υπολείπεται ακόμη από το ιστορικό υψηλό του 2010 που ήταν 725,7 δις € κατά 68,5 δις €, ενώ μόλις πρόσφατα ξεπέρασαν οι επενδύσεις τις αποσβέσεις.
Σε ποιο ποσόν όμως υπολογίζετε τα ακίνητα στο κεφαλαιακό μας απόθεμα σήμερα και στο παρελθόν; Ποια είναι η άποψη σας για το ότι, μόνο να ακίνητα του δημοσίου εκτιμώταν στα 300 δις πριν από τα μνημόνια, από το ΙΟΒΕ και τον κ. Στουρνάρα τότε, ενώ σήμερα έχουν μεταφερθεί στο Υπερταμείο χωρίς αποτίμηση και η κυβέρνηση δεν γνωρίζει καν τον αριθμό τους, αφού τη μία φορά λέει 72.000 και την άλλη 36.000;
Πάντως είναι θετικό το ότι, επανακάμπτουν οι επενδύσεις στη μεταποίηση, αν και ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου είναι ακόμη στα επίπεδα του 2001 – ενώ είναι πράγματι ήρωες οι επιχειρηματίες που επενδύουν και πρέπει να στηριχτούν για το κόστος ενέργειας.
Σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου, η ανάλυσή σας για το «κενό είσπραξης», δηλαδή για τη διαφορά μεταξύ επιβαλλόμενων φόρων και αυτών που μπορούν να καταβάλλουν οι φορολογούμενοι, είναι πολύ κατατοπιστική – ενώ μπορεί να εξηγήσει την προέλευση του μεγάλου ποσού των μη εισπράξιμων απαιτήσεων, αφού έχει εξαντληθεί η κοινωνία και επιβαρύνεται επί πλέον με το Νέο Πτωχευτικό και τους πλειστηριασμούς.
Οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου πάντως εκτοξεύτηκαν στα 106 δις, από τα οποία εγγράφονται ως εισπράξιμα μόνο περί τα 4 δις, όσον αφορά απαιτήσεις από φόρους – ενώ συνολικά στα 10,3 δις στον Ισολογισμό του 2023.
Η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στα πρόστιμα της εφορίας – όπου το σωστό θα ήταν να διαγραφούν, για να αναπνεύσει η οικονομία.
Όσον αφορά βέβαια τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου στους προμηθευτές του που έχουν αυξηθεί ξανά υπερβολικά, είναι απαράδεκτο να θριαμβολογεί η κυβέρνηση για πλεονάσματα και μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα, χωρίς να πληρώνει αυτά που οφείλει – στραγγαλίζοντας πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Απαράδεκτη είναι επίσης η ύπαρξη εκκρεμών και ληξιπρόθεσμων αιτήσεων για κύρια σύνταξη – πόσο μάλλον όταν ισχυρίζεται η κυβέρνηση πως τα ταμεία της είναι γεμάτα. Σε ποιο ποσόν υπολογίζονται οι εκκρεμείς συντάξεις; Δεν αποτελούν κρυφό χρέος;
Σχετικά με την προπληρωμή του χρέους των GLF, το επιτόκιο των οποίων είναι Euribor συν 0,5% εάν δεν κάνουμε λάθος, θα θέλαμε την άποψη σας – ειδικά υπό τις σημερινές γεωπολιτικές και προβλεπόμενες χρηματοπιστωτικές συνθήκες.
Προφανώς τα εναπομείναντα 10,7 δις του μαξιλαριού που θα χρησιμοποιηθούν συνιστούν δυνητική μείωση του χρέους, οπότε θα βελτιώσουν την εικόνα μας στις αγορές, αλλά οφείλει να μας ενδιαφέρει περισσότερο η πραγματικότητα από την εικόνα – πόσο μάλλον όταν θα πρέπει να εξυπηρετούμε από το 2032 και μετά τα 96 δις του EFSF, συν τα 25 δις των τόκων του.
Στις τράπεζες που λειτουργούν ως καρτέλ σύμφωνα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, με ένα τεράστιο spread καταθέσεων/χορηγήσεων και με υπέρογκες προμήθειες, ενώ δεν δανείζουν τις ΜμΕ και τα νοικοκυριά, είναι περιττό να αναφερθούμε. Αν μη τι άλλο πρέπει να σταματήσει η ασυδοσία του αναβαλλόμενου φόρου και να αρχίσουν να πληρώνουν – όχι να μοιράζουν μερίσματα στους νέους ιδιοκτήτες τους που έτσι και αλλιώς έχουν θησαυρίσει από την άνοδο των τιμών των μετοχών τους.
Κλείνοντας με τη χρήση του αποθεματικού του 2024 που αποτελεί κάθε χρόνο σκάνδαλο, όπως σημειώνει το ΕΣ, αφού οι χρήσεις του δεν είναι οι περισσότερες έκτακτες, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που μας δώσατε, το 2024 χρησιμοποιήθηκαν 799.934.719,5 – ενώ έμειναν 65.280,5.
Πρωταθλητές στο σκάνδαλο τα Υπουργεία Υγείας (που καταλήγουν για προσωπικό της πανδημίας ακόμη και για εφημερίες, αν είναι δυνατόν), Κλιματικής Αλλαγής, Εθνικής Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη, Αγροτικής Ανάπτυξης (για αποζημιώσεις για τις πλημμύρες Ιανού και Ντάνιελ που έπρεπε να είχαν γίνει και δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα) και Ψηφιακής Διακυβέρνησης – ενώ πληρώθηκαν ακόμη και ζημίες των μεταναστών στα ξενοδοχεία που έμεναν, από το αρμόδιο υπουργείο!

