«Η εχθρική πολιτική του Αμερικανού προέδρου πυροδοτεί σε όλη τη χώρα διαδηλώσεις. Το ότι κλήθηκε να παρέμβει εκεί η Εθική Φρουρά είναι κάτι παραπάνω από ένα βήμα ενάντια στον κυβερνήτη των Δημοκρατικών. Και τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι χειρότερα» σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung αναφορικά με την έκρρυθμη κατάσταση που επικρατεί τις τελευταίες μέρες στο Λος Άντεζλες:
«Ο Τραμπ παίζει τώρα με τη φωτιά καθώς οι ένστολοι αξιωματικοί δεν κάνουν και πολλά για να ηρεμήσει η κατάσταση. Ολοένα περισσότεροι Αμερικανοί έχουν τρομοκρατηθεί από το πώς αντιμετωπίζει η κυβέρνηση των ΗΠΑ τους μετανάστες, που αποκαλεί παράτυπους αν και πολλοί ζουν, εργάζονται και πληρώνουν φόρους στις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες. Η Καλιφόρνια, και ιδιαίτερα το Λος Άντζελες, ‘κυριαρχείται’ από μετανάστες, κυρίως από τη Λατινική Αμερική, εναντίον των οποίων ο Τραμπ υποδαυλίζει το μίσος από την πρώτη κιόλας θητεία του και πιο πρόσφατα κατά τον τελευταίο προεκλογικό αγώνα».
Όπως σημειώνει η SZ: «ο Τραμπ επιδιώκει μια αντιπαράθεση με την ηγεσία της Καλιφόρνιας, γιατί αυτή η σημαντική περιοχή των ΗΠΑ κυβερνάται από τους Δημοκρατικούς. Ο κυβερνήτης Νιούσομ ενδεχομένως να θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία των ΗΠΑ το 2028 (…) H ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στο Λος Άντζελες λειτουργεί ως επίδειξη δύναμης αλλά και ως αντιπερισπασμός για τον πόλεμο δηλώσεων με τον Ίλον Μασκ και για άλλα προβλήματα. Ο πρόεδρος Τραμπ δεν έχει προχωρήσει πολύ στο να υλοποιήσει την υπόσχεση να κάνει τις ΗΠΑ πλούσιες και τον κόσμο ασφαλή».
Tι εξουσίες έχει ο Τραμπ στην Εθνοφρουρά

To Spiegel από την πλευρά του αναφέρει ότι σύμφωνα με τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας «πρόκειται για σκόπιμη πρόκληση της κατάστασης βίας από την κυβέρνηση στην Ουάσινγκτον». Όπως εξηγεί το γερμανικό περιοδικό, «κανονικά ο έλεγχος της Εθνοφρουράς υπάγεται στην αρμοδιότητα των πολιτειών» και συνεχίζει:
«Η Εθνοφρουρά είναι μια στρατιωτική μονάδα εφέδρων και μέρος των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ. Κάθε πολιτεία έχει τη δική της Εθνοφρουρά, η οποία μπορεί να αναπτυχθεί σε περίπτωση πυρκαγιών, τυφώνων, πλημμυρών ή εσωτερικών αναταραχών (…) Σε περίπτωση πολέμου ή εθνικής έκτακτης ανάγκης, ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να αναλάβει τη διοίκησή της Εθνοφρουράς. Συνολικά πάνω από 325.000 είναι οι έφεδροι αξιωματικοί στις ΗΠΑ».
Η Γερμανία ενώπιον «επώδυνων αποφάσεων» για το Ισραήλ
Τη νέα φάση στην οποία εισέρχονται οι σχέσεις Γερμανίας και Ισραήλ εξαιτίας της μαινόμενης ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα σχολιάζει το Γερμανικό Δίκτυο Συντακτών RND χαρακτηρίζοντας τις επικείμενες αποφάσεις στη γερμανική βουλή «επώδυνες».
Μεταξύ άλλων παρατηρεί: «Η ασφάλεια του Ισραήλ θεωρείται για τη Γερμανία θεμέλιο της ίδιας της κρατικής της υπόστασης. Τι θα γίνει όμως αν οι Γερμανοί θελήσουν να μη στέλνουν πια όπλα στο κράτος του Ισραήλ εξαιτίας του πολέμου στη Γάζα; Μια δημόσια συζήτηση είναι αναγκαία και δεν θα είναι απλή» σχολιάζει το RND, υπενθυμίζοντας τι λέει το προοίμιο του Γερμανικού Συντάγματος: «Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία δεν πρέπει να συμβάλει σε πολέμους αλλά οφείλει να υπηρετεί την παγκόσμία ειρήνη».

Και συνεχίζει: «Επί δεκαετίες υπήρχαν βάσιμοι λόγοι που εξηγούσαν γιατί το Ισραήλ έπρεπε να αγοράζει γερμανικά όπλα: το Ισραήλ ως μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή και στενός σύμμαχος της Γερμανίας επέδειξε μεταπολεμικά προθυμία για συμφιλίωση με τη Γερμανία και της επέτρεψε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα να επιστρέψει στη διεθνή κοινότητα (…) Κι όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Σύμφωνα με έρευνα τρεις στους τέσσερις Γερμανούς αντιτίθενται πια στην πώληση όπλων από τη Γερμανία στο Ισραήλ (…) To ζήτημα των εξαγωγών όπλων στο Ισραήλ σήμερα είναι γερμανικό ζήτημα (…) και πρέπει επομένως να διεξαχθεί διάλογος. Στην πραγματικότητα αυτός ο διάλογος μόλις ξεκίνησε».
Το RND υπενθυμίζει τις δηλώσεις του Γερμανού υπ. Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ και την κριτική που του ασκήθηκε ακόμη και απο ομοϊδεάτες του, όταν προσπάθησε να συνδέσει τις άδειες για εξαγωγές όπλων με την τήρηση του διεθνούς δικαίου. «Ακόμα κι αν αυτή η αναγκαία συζήτηση διεξαχθεί πολιτισμένα και συγκρατημένα, κάτι που φαντάζει δύσκλολο, ένα είναι σαφές: Η Γερμανία βρίσκεται ενώπιον επώδυνων αποφάσεων».

