Σε μια πρωτοποριακή έρευνα προχώρησε ομάδα ειδικών από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης σε συνεργασία με το Κέντρο Βιοϊατρικής Έρευνας στο Δίκτυο Ψυχικής Υγείας (CIBERSAM), αποκαλύπτοντας σημαντικά ευρήματα σε ό,τι αφορά στον τομέα της γενετικής ψυχιατρικής και στην ανάλυση φύλου.
- Η εργασία, εκτός από το ότι επιβεβαίωσε την ύπαρξη μιας κοινής γενετικής ευπάθειας μεταξύ της σχιζοφρένειας και άλλων ψυχιατρικών διαταραχών, όπως η διπολική διαταραχή και η κατάθλιψη, αποκάλυψε πως οι άντρες είναι πιο ευάλωτοι γενετικά στη σχιζοφρένεια, σε σύγκριση με τις γυναίκες.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό European Neuropsychopharmacology, έγινε από κοινού από τους καθηγητές Μπάρμπαρα Άριας και Αρασέλι Ρόσα, από τη Σχολή Βιολογίας και το Ινστιτούτο Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης (IBUB) και το CIBERSAM.
- Στη μελέτη, οι συγγραφείς ανέλυσαν ένα δείγμα 1826 ασθενών με ψύχωση και 1372 ασθενών ελέγχου. Στόχος ήταν να αναλυθεί πώς οι πολυγονιδιακές βαθμολογίες (PGS) για τη σχιζοφρένεια, τη διπολική διαταραχή και τη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης ψυχωσικών διαταραχών και πώς αυτές οι συσχετίσεις διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Τα αποτελέσματα, έδειξαν ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στη γενετική ευαλωτότητα στις ψυχωσικές διαταραχές, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην κατανόηση των διαφορών φύλου που παρατηρούνται στον επιπολασμό, την κλινική εικόνα και την ανταπόκριση στη θεραπεία.
- «Τα αποτελέσματά μας ενισχύουν την υπόθεση ότι υπάρχουν κοινοί γενετικοί παράγοντες που συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης αυτών των διαταραχών, υποδηλώνοντας την ύπαρξη μιας κοινής βιολογικής βάσης μεταξύ τους», είπε μία εκ των συγγραφέων της μελέτης.
- «Η έρευνα μας υπογραμμίζει τη σημασία της εξέτασης των διαφορών φύλου στις γενετικές μελέτες για την ανάπτυξη πιο εξατομικευμένων στρατηγικών στην πρόληψη, τη διάγνωση και τη θεραπεία στην κλινική πράξη», είπε η Μπάρμπαρα Άριας.