Δεν φαίνεται να υπάρχει καταφύγιο από τους σκληρούς δασμούς Τραμπ για τους περισσότερους αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες, οι οποίοι βρίσκονται παγιδευμένοι στο δύσκολο εμπορικό καθεστώς που διαμορφώνεται, κάτι που αποτυπώνεται βέβαια και στη χρηματιστηριακή αγορά.
Την Πέμπτη, η κατάρρευση των μετοχών του κλάδου σάρωσε 1,4 τρισ. δολάρια κεφαλαιοποίησης από τον δείκτη Nasdaq 100, ο οποίος μετρά πλέον συνολική πτώση 16% μέσα σε έξι εβδομάδες. Ειδικά η πάλαι ποτέ λαμπερή ομάδα των Υπέροχων Επτά υποχώρησε ακόμη περισσότερο, κατά 20%.
Η κατάσταση δεν φαίνεται καλύτερη στη συνεδρίαση της Παρασκευής, με τον Nasdaq να συνεχίζει σε έντονη αρνητική πορεία φτάνοντας σε επίπεδα που, αν διατηρηθούν μέχρι την ολοκλήρωση της συνεδρίασης, τότε ο δείκτης θα εισέλθει σε bear market. Κι αυτό διότι με πτώση άνω του 4,5% οι απώλειες του από το υψηλό του Δεκεμβρίου φτάνουν αισίως το 21%.
Η Apple, η οποία κατρακύλησε χθες κατά 9,3%, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση της από τον Μάρτιο του 2020 και χάνοντας 310 δισ. δολάρια από την αξία της, υποχωρεί επιπλέον 4% την Παρασκευή.
Οι μετοχές των Micron Technology και Microchip Technology κατέγραψαν απώλειες άνω του 16% και πέφτουν περίπου 10% την Παρασκευή και η Amazon θρηνεί πάνω από 12% στο διήμερο με αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή της αξία να πέσει κάτω από το όριο των 2 τρισ. δολαρίων.
Η Broadcom βυθίστηκε κατά 11% χθες και χάνει άλλο 7% σήμερα, ενώ το ανερχόμενο αστέρι της Nvidia υποχώρησε κατά 7,8% χθες και επιπλέον κατά 6,50% σήμερα.
Οι κατασκευαστές ημιαγωγών δέχονται τις μεγαλύτερες πιέσεις μετά την ανακοίνωση αντίποινων από την Κίνα.
Η Κίνα και η Ταϊβάν, βασικοί κόμβοι για την παραγωγή ημιαγωγών και προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, βρέθηκαν αντιμέτωπες με δασμούς 54% και 32% αντίστοιχα από τον Ντόναλντ Τραμπ. Αντίστοιχα, εναλλακτικές περιοχές παραγωγής για τις Big Tech, όπως το Βιετνάμ και η Ινδία αντιμετωπίζουν φόρους τουλάχιστον 26%. Στην ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, το Πεκίνο απάντησε νωρίτερα με δασμούς 34% σε όλες τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, με ισχύ από τις 10 Απριλίου.
Η προοπτική εμπορικού πολέμου αποτελεί καταστροφικό σενάριο για εταιρείες όπως η Apple, η Nvidia και η Broadcom, οι οποίες εξαρτώνται από την Ασία για εξαρτήματα και συναρμολόγηση των προϊόντων τους. Οι σύνθετες εφοδιαστικές αλυσίδες που έχουν αναπτυχθεί επί δεκαετίες δεν μπορούν να αντικατασταθούν γρήγορα, αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις είτε να μετακυλίσουν το κόστος στους καταναλωτές είτε να δουν τα περιθώρια κέρδους τους να εξανεμίζονται.
«Αυτό είναι πραγματικά το χειρότερο σενάριο για τον τεχνολογικό τομέα. Δεν πιστεύω ότι έχουμε δει το τέλος της πτώσης, καθώς οι πιέσεις θα συνεχιστούν έως ότου υπάρξει σαφήνεια ή αλλαγή πολιτικής», υπογράμμισε ο Πολ Στάνλεϊ, επικεφαλής επενδύσεων της Granite Bay Wealth Management.
Οι εταιρείες λογισμικού, με μικρότερη έκθεση στους δασμούς, κατάφεραν να περιορίσουν τις απώλειές τους. Η Microsoft και η Workday σημείωσαν πτώση κάτω του 3%, ξεπερνώντας έτσι την απόδοση του S&P 500. Όμως, αυτό δεν αλλάζει τη γενική αρνητική εικόνα του κλάδου.
Μόλις λίγους μήνες πριν, η τεχνολογία έμοιαζε ανίκητη. Από τα τέλη του 2022 έως και τον Φεβρουάριο, ο Nasdaq 100 διπλασιάστηκε, ξεπερνώντας κατά πολύ τον S&P 500. Ωστόσο πλέον απειλείται με διολίσθηση όχι απλά σε έδαφος διόρθωσης, αλλά σε bear market και οι επενδυτές στρέφονται πλέον σε αμυντικούς τομείς, με φόντο τον φόβο ύφεσης και τη μείωση των επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη.
Οι αναλυτές της Wall Street παραμένουν σκεπτικοί απέναντι στο όραμα Τραμπ για επιστροφή της παραγωγής στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Dan Ives της Wedbush, η Apple θα χρειαζόταν τρία χρόνια και 30 δισ. δολάρια για να μεταφέρει μόλις το 10% της εφοδιαστικής της αλυσίδας από την Ασία στις ΗΠΑ, γεγονός που επίσης θα προκαλούσε σημαντική αναστάτωση στην παραγωγή και εκτίναξη του κόστους των iPhone, καθιστώντας το εγχείρημα μη ρεαλιστικό.
Πάντως, παρά το κλίμα απαισιοδοξίας, κάποιοι επενδυτές βλέπουν ευκαιρίες. Ο Τζέισον Μπρίτον, επικεφαλής της Reflection Asset Management, αγόρασε μετοχές την Πέμπτη, αν και αναμένει αυξημένη μεταβλητότητα.
«Δημιουργούνται σημαντικές εστίες ευκαιρίας», τόνισε. «Αν ο επενδυτικός σου ορίζοντας ξεπερνά τους 12 μήνες, πρέπει να αγοράζεις σήμερα τις επιχειρήσεις που θεωρούσες δυνατές χθες».

