Όταν οι “διαχρονικές παθογένειες” σκάνε στη βάρδια σου (Του Γεωργίου Ι. Μάτσου*)

Του Γεωργίου Ι. Μάτσου*

Ο πελάτης μου είχε απόλυτο δίκιο. Το εκθέσαμε μαζί με τον λογιστή του στον έμπειρο και σοβαρό υποδιευθυντή της ΔΟΥ. Αυτός δέχθηκε τη θέση μας έντιμα, ταχέως, χωρίς περιστροφές. Βγήκαμε από το γραφείο του χαρούμενοι.

Εκείνη τη στιγμή όμως, μας είδε ο ελεγκτής της υπόθεσης ενώ έμπαινε στο δικό του γραφείο. Μας κοίταξε αιφνιδιασμένα, αλλά βλοσυρά. “Ωχ”, είπε ο λογιστής. “Τώρα αυτός νομίζει ότι κανονίζαμε μίζες με τον υποδιευθυντή και αφήσαμε αυτόν απέξω”.

Δύο δευτερόλεπτα μετά, ο ελεγκτής ξαναβγήκε από το γραφείο του, υπολογισμένα ώστε να πέσει πάνω μας. “Τι θα γίνει με την τάδε υπόθεση”, λέει εκνευρισμένα. Του εξηγεί ο λογιστής, του εξηγώ κι εγώ. Εις μάτην. Αμετάπειστος ο ελεγκτής. Το δημόσιο συμφέρον πάνω από όλα, λέει. Πώς θα το παραβλέψει αυτός το δημόσιο συμφέρον, λέει.

Έφυγα από τη ΔΟΥ ξέροντας ακριβώς τη συνέχεια: Ότι θα… έβγαινα από την υπόθεση! Όπως πράγματι βγήκα. Δεν θέλουν δικηγόρους (πλην σχετιζομένων με το “σύστημα” εξαιρέσεων) στα πόδια τους σε τέτοια.

Το προϊόν της διαφθοράς λοιπόν πάντα διαχέεται. Αρχές της δεκαετίας του 2000 φημολογούνταν ότι οι “καλές” θέσεις εφοριακών “κόστιζαν” έως 500.000 ευρώ. Πού πλήρωνες για “καλή” θέση, δεν έμαθα. Μετά πάντως “έπρεπε” να αποσβέσεις τα λεφτά που έδωσες. Έτσι διαιωνιζόταν η διαφθορά. Έτσι προμνημονιακά οι περισσότεροι κάτοχοι σπιτιών με πισίνα (αδήλωτη, εννοείται) ήταν εφοριακοί. Το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν όμως ο υδραυλικός που δεν έκοβε απόδειξη μεν, δεν μπορούσε να πληρώσει το ΤΕΒΕ δε.

Με τα Μνημόνια τα πράγματα άλλαξαν δραματικά. Η διαφθορά στις ΔΟΥ περιορίστηκε πολύ, πάρα πολύ για τα ελληνικά δεδομένα. Ήταν από τα θετικότερα επιτεύγματα των Μνημονίων, που δεν διαφημίστηκε, για να μην παραδεχθούμε τι χάλι μαύρο επικρατούσε προηγουμένως.

Μετά οι ξένοι έφυγαν. Πίσω τους επέστρεψε ο ΚΒΣ (ως MyDATA), το θεωρημένο πελατολόγιο (ψηφιακό πια), αλλά και η διαφθορά. Πόσο επέστρεψε; Πού; Πόσο ψηλά; Οι εκτός νυμφώνος, μόνον εικάζουμε. Όμως το 2024 υποβλήθηκαν προς την ΑΑΔΕ 3.450 καταγγελίες για διαφθορά. Σχεδόν 10 την ημέρα. Πάνω από 13 ανά εργάσιμη ημέρα. Ακόμη κι αν κάποιες είναι ψευδείς ή επαναλαμβανόμενες, ο αριθμός παραμένει τεράστιος. Κανείς μάλιστα δεν γνωρίζει, ποια η τύχη των καταγγελιών.

Παράλληλα, τον τελευταίο καιρό οι φορολογικές υποθέσεις που φθάνουν στα δικαστήρια έχουν μειωθεί πολύ: Οι έλεγχοι “κλείνουν”, οι υποθέσεις δεν οδηγούνται στα δικαστήρια. Σημαίνει αυτό περισσότερη διαφθορά; Όχι απαραίτητα, αλλά είναι ένδειξη διαφθοράς. Όσοι ιθύνοντες θέλουν να αντιμετωπίσουν τη διαφθορά, πρέπει να λαμβάνουν τέτοιες ενδείξεις υπόψη τους.

Σε αυτή την υπηρεσία, που παρά τις προόδους κατά της διαφθοράς επί Μνημονίων έχουν υπάρξει έκτοτε πισωγυρίσματα, επέλεξε η κυβέρνηση να υπαγάγει τον αμαρτωλό ΟΠΕΚΕΠΕ. Γιατί; Για να τον εξυγιάνει;

  • Το έντονο παρελθόν και υπαρκτό παρόν διαφθοράς της ΑΑΔΕ συνηγορούν προς το αντίθετο. Καθαυτή η ιδέα ενσωμάτωσης ενός αγροτικού οργανισμού πληρωμών στις φορολογικές υπηρεσίες είναι τόσο παράδοξη, σαν να εντάσσεται το υπουργείο Γεωργίας στο υπουργείο Οικονομικών.

Καθώς μάλιστα θα μεταταχθούν στην ΑΑΔΕ οι σημερινοί υπάλληλοι του ΟΠΕΚΕΠΕ (διότι αυτοί γνωρίζουν το αντικείμενο, όχι οι μέλλοντες συνάδελφοί τους εφοριακοί), τα ερωτήματα γίνονται εντονότερα.

Ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα του άρθρου.

Το Σάββατο 21 Ιουνίου 2025, εφημερίδα περιορισμένης κυκλοφορίας δημοσίευσε πρωτοσέλιδα τον εξής διάλογο πολιτικού προσώπου (όχι υπουργού) με στέλεχος του ΟΠΕΚΕΠΕ: “Το 15% που παίρνουμε είναι λίγο, θέλουμε μέχρι 30% επιστροφές από τα ποσά των μεγάλων επιδοτήσεων”.

Ουδεμία διάταξη προβλέπει “επιστροφή” των αγροτικών επιδοτήσεων. Σε ποιον άλλωστε να “επιστραφούν” από τους δικαιούχους οι επιδοτήσεις και γιατί. Εάν λοιπόν αληθεύει το πρωτοσέλιδο της συγκεκριμένης εφημερίδας, το εύηχο “επιστροφές” εννοεί “μίζες”.

  • Ποιους να εννοούσε ο συνομιλητής με το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο; Αυστηρά λεξιλογικά, δεν εννοούσε μόνον τον εαυτό του. Ίσως μάλιστα να μην περιλαμβάνεται καν ο εαυτός του στους τελικούς αποδέκτες. Σε κάποιους θα πήγαιναν οι “επιστροφές”, αλλά σε ποιους ακριβώς;

Κανένα άλλο μέσο ενημέρωσης δεν δημοσίευσε τον διάλογο. Το ρεπορτάζ δεν αναπαρήχθη ούτε στην ηλεκτρονική έκδοση της ίδιας εφημερίδας. Κανένα πολιτικό κόμμα δεν ασχολήθηκε. Γιατί; Μήπως δεν υπάρχει τέτοιος διάλογος στη δικογραφία και η περιορισμένης κυκλοφορίας εφημερίδα τον εφηύρε; Κι αν δεν υπάρχει τέτοιος διάλογος, πού είναι οι διαψεύσεις τού πρωτοσέλιδου;

Το βρώμικο χρήμα και η διακίνησή του αποτελεί “διαχρονική παθογένεια”, κατά την αγαπημένη εσχάτως έκφραση της κυβέρνησης. Περιγράψαμε στην αρχή του άρθρου τη λογική:

  • Το προϊόν διαφθοράς “πρέπει” να μοιραστεί σε “όλους”. Ακόμη κι όταν δεν υπάρχει προϊόν διαφθοράς (όπως δεν υπήρχε αρχικώς στην υπόθεσή μου που περιέγραψα), η υποψία ότι κάποιος έμεινε εκτός μοιρασιάς, λειτουργεί καταλυτικά. Σε αντίθεση με τους νόμους, οι άγραφοι κανόνες της διαφθοράς τηρούνται.

Το “όλοι” είναι διαπαραταξιακό. Για δεύτερη φορά σε σύντομο διάστημα βιώνουμε “διακριτικότητα” του λοιπού πολιτικού συστήματος απέναντι σε “διαχρονική παθογένεια” που “έσκασε στη βάρδια” αυτής της κυβέρνησης. Η πρώτη ήταν το “πιθανό άγνωστο φορτίο πτητικών υδρογονανθράκων” των Τεμπών που, αν όντως υπήρχε, ήταν με βεβαιότητα λαθρεμπορικό.

  • Στον ΟΠΕΚΕΠΕ όμως δεν υπάρχουν χαροκαμένοι συγγενείς να διερευνήσουν τις “επιστροφές”, οπότε πιθανότατα αυτές θα μείνουν στην αφάνεια. Κι όμως, η συνομιλία πολιτικού προσώπου περί βρώμικου χρήματος, έπρεπε να είναι βασικό αντικείμενο έρευνας. Και πρώτη είδηση. Δεν είναι. Ουδείς το ανέδειξε. Μόνον ένα περιορισμένης κυκλοφορίας έντυπο Μέσο, κι αυτό προσωρινά.

Η ταινία “Τζένη-Τζένη” του 1966 αντικατοπτρίζει άψογα το τότε πολιτικό κλίμα που ευνοούσε τη δικτατορία έναντι του “σάπιου κοινοβουλευτισμού”, στη σκηνή όπου ο κινηματογραφικός κομματάρχης Διονύσης Παπαγιαννόπουλος δικαιολογεί την εκ μέρους του εγκατάλειψη του βουλευτή ‘Γκόρτσου’ χάριν του μέλλοντος γαμπρού του: “Έκανες παπά κύριε Γκόρτσο μου τον γιο του Γιακουμή; Όχι. Γιατί κύριε Γκόρτσο μου; Επειδή είχε μια καταδίκη για πλαστογραφία; Εμ, αν δεν την είχε δεν σε χρειαζόμασταν κύριε Γκόρτσο μου”.

Η σκηνή αυτή αποκαλύπτει ότι το πολιτικό σύστημα βλέπει τον εαυτό του χρήσιμο για την παραβίαση, όχι για την τήρηση των κανόνων. Αυτή είναι η βασική “διαχρονική παθογένεια”. Αν όμως θέλει να διασώσει όχι τη χώρα, αλλά τον εαυτό του και τη δημοκρατία, οφείλει να σταθεί πάνω από την προσωπική του ιδιοτέλεια. Το 1966 ετοιμαζόταν μια δικτατορία. Το 2025 ίσως ένας εγχώριος Τραμπ που ο κόσμος θα ακολουθήσει απελπισμένος.

Πώς θα αλλάξουμε πορεία; Πώς θα βγουν, αντί για Τραμπ και Κωνσταντοπούλου, νέοι Καποδίστριες; Ο Καποδίστριας όμως ανδρώθηκε μέσα σε πολύ συγκεκριμένο ηθικό υπόβαθρο. Αυτό που έκανε ένα άλλο άξιο τέκνο της εποχής του, τον Κολοκοτρώνη, να λέει “είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος”.

Πρέπει να ξαναβάλουμε στη συλλογική μας ψυχή αξίες, χάριν των οποίων θα προσφέρουμε αυτοθυσιαστικά τον εαυτό μας υπέρ του συνόλου. Από μια τέτοια κοινωνία, θα μπορούν να βγουν και οι αντίστοιχοι ηγέτες. Διαφορετικά, θα βυθιζόμαστε στην αδιέξοδη παρακμή μας.

*Δ.Ν., Δικηγόρος

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο