Πλανητάρχης ακόμη Nαι, όμως πάνω από τις αγορές Oχι (και ούτε προβλέπεται) του Στέλιου Ορφανάκη*

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν διαπραγματεύτηκε με την Κίνα για να επιτύχει τεχνική συμφωνία. Δεν τον ενδιέφεραν ουσιαστικά οι μεταβολές στους δασμούς, οι εμπορικές ισορροπίες ή τα μακροοικονομικά τους αποτελέσματα. Εκείνο που τον ενδιέφερε —και συνεχίζει να τον ενδιαφέρει— είναι η κατασκευή ενός αφηγήματος ισχύος που απευθύνεται αποκλειστικά στο αμερικανικό ακροατήριο.

  • Η συμφωνία για επιβολή δασμών ύψους 30% από τις ΗΠΑ και 10% από την Κίνα είναι πολιτικά χρήσιμη, όχι επειδή λύνει ένα πρόβλημα, αλλά επειδή παράγει εικόνες και τίτλους. Δεν έχει σημασία αν οι δασμοί τελικά πληρώνονται από τους ίδιους τους Αμερικανούς καταναλωτές· σημασία έχει το αν οι Αμερικανοί ψηφοφόροι νιώθουν πως ‘κάποιος τους εκδικείται’ για τις χαμένες θέσεις εργασίας και την αποβιομηχάνιση.

Ο Τραμπ χρησιμοποιεί τους δασμούς ως εργαλείο ταυτότητας. Μιλάει στον εργάτη του Οχάιο, στον παραγωγό χάλυβα της Πενσυλβάνια, στον μικροβιοτέχνη του Μίσιγκαν που πιστεύει ότι η Κίνα του ‘έκλεψε το μέλλον’. Το αν θα πληρώσει παραπάνω για ένα ψυγείο ή φορτιστή USB έχει μικρότερη σημασία από την αίσθηση πως κάποιος στην Ουάσινγκτον επιτέλους ‘σηκώνει ανάστημα’.

Αυτό που κερδίζει ο Τραμπ με το 30% δεν είναι η Κίνα. Είναι το νόημα. Παρουσιάζει τον εαυτό του ως σκληρό διαπραγματευτή. Δεν χρειάζεται η συμφωνία να είναι λειτουργική, αρκεί να είναι συγκρουσιακή. Δεν χρειάζεται να έχει αποτέλεσμα, αρκεί να φαίνεται ως τιμωρία. Δεν έχει σημασία αν το ‘America First’ ανεβάζει τον πληθωρισμό ή περιορίζει τις εξαγωγές· σημασία έχει να υπάρχει ένας εξωτερικός ‘εχθρός’ απέναντι στον οποίο τοποθετείται.

Η συμφωνία αυτή δεν είναι πολιτική — είναι σκηνικό. Δεν είναι στρατηγική — είναι σύνθημα. Και όσο οι αναλυτές αξιολογούν με όρους οικονομικής τεχνικής, ο Τραμπ αξιολογεί με όρους εκλογικού αποτελέσματος. Κάθε κρίση, κάθε δασμός, κάθε σύγκρουση είναι αφορμή για ενίσχυση του αφηγήματος.

Μόνο που οι αγορές δεν ψηφίζουν και δεν πείθονται από αφηγήματα. Η πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ από τη Moody’s σε ‘Aa1’, η τελευταία από τις τρεις μεγάλες αξιολογητικές αρχές που διατηρούσε το ‘ΑΑΑ’, επιβεβαιώνει ότι η πραγματικότητα των αριθμών αδιαφορεί για τη δύναμη της εικόνας. Το μήνυμα είναι σαφές: η πολιτική μπορεί να κερδίζει εντυπώσεις, αλλά οι αγορές ζητούν αποδόσεις.

Το δημόσιο χρέος ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ, με τις προβλέψεις του Congressional Budget Office να μιλούν για 107% έως το 2029. Το έλλειμμα πλησιάζει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια και οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων αγγίζουν το 4,5% και το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους απορροφά πλέον ιστορικά υψηλό μερίδιο του προϋπολογισμού. Η δημοσιονομική πολιτική καθορίζει πια τη νομισματική κατεύθυνση — πρόκειται για φαινόμενο “fiscal dominance” (δηλαδή, όταν οι ανάγκες του προϋπολογισμού περιορίζουν τα περιθώρια της νομισματικής πολιτικής)..

Το χρέος των ΗΠΑ, ύψους 9,2 τρισ. δολαρίων που λήγει ή πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί το 2025, δημιουργεί διαρθρωτική πίεση στις αποδόσεις των ομολόγων. Σε αυτό το πλαίσιο, το ενδεχόμενο μιας νέας ενεργοποίησης των swap γραμμών της Fed, όπως συνέβη στην κορύφωση της κρίσης του COVID το 2020, δεν θα ήταν απλώς τεχνικό ζήτημα — θα είχε ευρύτερες γεωπολιτικές επιπτώσεις. Οι swap γραμμές δολαρίου λειτουργούν πλέον και ως εργαλείο επιρροής, καθώς αποτελούν προνόμιο μόνο φιλικών κεντρικών τραπεζών, ένα είδος νομισματικής διπλωματίας.

Η αγορά αρχίζει να τιμολογεί τον κίνδυνο του στασιμοπληθωρισμού: υψηλός πληθωρισμός, χαμηλή ανάπτυξη, αύξηση του κόστους δανεισμού και πολιτική ασάφεια. Τα “μαλακά” δεδομένα (soft data), όπως η καταναλωτική εμπιστοσύνη, καταρρέουν· τα “σκληρά” (hard data), όπως η παραγωγικότητα και οι επενδύσεις, δείχνουν κόπωση. Το spread μεταξύ των κρατικών και των εταιρικών ομολόγων αυξάνεται, αντανακλώντας αποδυνάμωση εμπιστοσύνης.

Η εξίσωση GEMS, που αποτυπώνει την πιθανότητα ανόδου των αγορών λαμβάνοντας υπόψη τους άξονες Geopolitical, Earnings, Monetary και Stability, δείχνει σημαντική υποχώρηση: από 58,5% σε μόλις 51,75% για το επόμενο διάστημα. Η πολιτική επιθετικότητας λειτουργεί εκλογικά αλλά υπονομεύει τη σταθερότητα· η ανασφάλεια είναι το καύσιμο του αφηγήματος αλλά και το δηλητήριο για τις αγορές.

Ο Τραμπ μπορεί να επιλέξει τη σύγκρουση ως μέσο ενίσχυσης του προφίλ του, μπορεί να πείσει τους ψηφοφόρους πως «βάζει τάξη», αλλά δεν μπορεί να αγνοεί επ’ αόριστον ότι το αφήγημα έχει κόστος.

Οι αγορές το μετρούν και το αποτυπώνουν — όχι απαραίτητα με άμεσες αντιδράσεις φόβου, αλλά με διαρκή επαγρύπνηση απέναντι σε δημοσιονομικά ρίσκα, νομισματικές αποκλίσεις και γεωπολιτικές εντάσεις.

Η σημερινή σχετική ηρεμία, όπως αντικατοπτρίζεται στον δείκτη μεταβλητότητας VIX, δεν αναιρεί την αυξημένη ετοιμότητα για έντονες αντιδράσεις σε περίπτωση νέας κρίσης εμπιστοσύνης. Και το μήνυμα παραμένει σαφές: πλανητάρχης ακόμη ναι — πάνω από τις αγορές, όχι.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΟΡΦΑΝΑΚΗΣ
GEMS
  • Chairman & CEO στην εταιρεία OPEN UP και Physics Teacher στην εταιρεία Greek Ministry of Education
  • Σπούδασε Electronic Physics στο Aristotle University of Thessaloniki Physics Department Έτος αποφοίτησης: 1997
  • Σπούδασε Physics στο Aristotle University of Thessaloniki- Έτος αποφοίτησης: 1995

****

Αποποίηση Ευθυνών: Το παρόν άρθρο δεν αποτελεί επενδυτική συμβουλή. Οι απόψεις που διατυπώνονται βασίζονται σε δημόσια διαθέσιμα δεδομένα κατά τον χρόνο συγγραφής και έχουν σκοπό την ενημέρωση και τον σχολιασμό. Οι χρηματοοικονομικές αγορές ενέχουν κινδύνους, και οι επενδυτές οφείλουν να συμβουλεύονται αρμόδιους επαγγελματίες πριν τη λήψη αποφάσεων.


Ο κ. Στέλιος Ορφανάκης έχει εργαστεί μεταξύ άλλων θέσεων ως Επενδυτικός Σύμβουλος στην Ιδιωτική Τραπεζική, ενώ τώρα εργάζεται ως Καθηγητής (M.Sc) Φυσικών και Θετικών Επιστημών στη Δημόσια Εκπαίδευση (14ο ΓΕ.Λ Λάρισας). Είναι πτυχιούχος φυσικός με μεταπτυχιακές σπουδές, έχει εξειδικευθεί στην Τραπεζική Διοίκηση και σε Παράγωγα Προϊόντα ενώ διατηρεί τη θέση του Προέδρου ΔΣ στην OpenUp (www.openup.gr).

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο