Το θετικό κλίμα που επικρατούσε μέχρι και πριν από λίγο καιρό στα διεθνή χρηματιστήρια, με τους βασικούς δείκτες του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης να πραγματοποιούν το ένα ιστορικό ρεκόρ μετά το άλλο, δείχνει να δίνει την σκυτάλη στην αβεβαιότητα, καθώς μία σειρά από γεωπολιτικές και μακροοικονομικές εξελίξεις απειλούν την ανάπτυξη όχι μόνο της οικονομίας των ΗΠΑ, αλλά και της παγκόσμιας.
Η δολοφονία του πολιτικού ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια στην Τεχεράνη την εβδομάδα που μας πέρασε, αύξησε τον γεωπολιτικό κίνδυνο στην Μέση Ανατολή, καθώς δημοσιεύματα κάνουν λόγω για επικείμενη επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ.
Επίσης, η ανακοίνωση εχθές των non farm payrolls (βλ. εδώ), αλλά και η αύξηση της ανεργίας (βλ. εδώ) στις ΗΠΑ για τον μήνα Ιούλιο, ενίσχυσαν τις ανησυχίες για την πιθανότητα επιβράδυνσης της αμερικανικής οικονομίας, «φιλοδωρώντας» με νέο sell-off το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Ακόμη, στην Wall Street ήδη άρχισαν οι αμφισβητήσεις σχετικά με το κατά πόσο οι τιμές των μετοχών τεχνολογίας δικαιολογούν τις αποτιμήσεις τους, μετά και την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων αρκετών εταιρειών του κλάδου για το δεύτερο τρίμηνο.
Τέλος, τα ασθενέστερα από τα αναμενόμενα εργοστασιακά στοιχεία των ΗΠΑ την Πέμπτη πυροδότησαν φόβους ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μπορεί να έχει βλάψει την οικονομία διατηρώντας το κόστος δανεισμού αναφοράς σε υψηλό 23 ετών στο 5,25%-5,5% για ένα χρόνο. Σύμφωνα με το εργαλείο Fed Rate Monitor, η πιθανότητα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να προβεί σε μία μείωση των επιτοκίων κατά πενήντα μονάδες βάσης στην συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου ανέρχεται στο 74%.
Πόσο πιθανή είναι όμως μία ύφεση για την οικονομία των ΗΠΑ;
Οι κανόνες Taylor και Sahm
Ο κανόνας Taylor (μερικές φορές αναφέρεται ως κανόνας Taylor ή αρχή Taylor) είναι μια εξίσωση που συνδέει το επιτόκιο αναφοράς της Federal Reserve με τα επίπεδα πληθωρισμού και οικονομικής ανάπτυξης. Ο οικονομολόγος του Στάνφορντ Τζον Τέιλορ πρότεινε αρχικά τον κανόνα ως μια γενική κατευθυντήρια γραμμή για τη νομισματική πολιτική, αλλά στη συνέχεια προέτρεψε σε μια πολιτική σταθερών κανόνων με βάση την εξίσωση, μια αιτία που υιοθέτησαν οι Ρεπουμπλικάνοι που επιδιώκουν να περιορίσουν τη διακριτική ευχέρεια πολιτικής της Federal Reserve.
Ο τύπος του κανόνα Taylor συνδέει το βασικό εργαλείο πολιτικής επιτοκίων της Fed, το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων, σε δύο παράγοντες: τη διαφορά μεταξύ των πραγματικών και στοχευμένων ρυθμών πληθωρισμού και εκείνη μεταξύ της επιθυμητής και της φαινομενικής αύξησης του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Επειδή οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στοχεύουν στη μέγιστη βιώσιμη ανάπτυξη στο παραγωγικό δυναμικό της οικονομίας, η διαφορά μεταξύ των πραγματικών και των επιθυμητών ρυθμών αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ μπορεί επίσης να περιγραφεί ως παραγωγικό κενό. (Η διστακτικότητα των FED και ΕΚΤ στην μείωση των επιτοκίων και ο κανόνας Taylor)
Σύμφωνα λοιπόν με τον κανόνα Taylor, το επιτόκιο της Fed θα πρέπει να βρίσκεται στο 5,33%.
Ο δείκτης ύφεσης Sahm σηματοδοτεί την έναρξη ύφεσης όταν ο κινητός μέσος όρος τριών μηνών του εθνικού ποσοστού ανεργίας (U3) αυξάνεται κατά 0,50 ποσοστιαίες μονάδες ή περισσότερο σε σχέση με τον ελάχιστο μέσο όρο τριών μηνών από τους προηγούμενους 12 μήνες.
Αυτός ο δείκτης βασίζεται σε δεδομένα “πραγματικού χρόνου”, δηλαδή το ποσοστό ανεργίας (και το πρόσφατο ιστορικό των ποσοστών ανεργίας) που ήταν διαθέσιμα σε ένα δεδομένο μήνα. Το BLS αναθεωρεί το ποσοστό ανεργίας κάθε χρόνο στις αρχές Ιανουαρίου, όταν δημοσιεύεται το ποσοστό ανεργίας του Δεκεμβρίου για το προηγούμενο έτος. Οι αναθεωρήσεις των εποχιακών παραγόντων μπορούν να επηρεάσουν τις εκτιμήσεις τα τελευταία χρόνια. Διαφορετικά, το ποσοστό ανεργίας δεν αναθεωρείται.
Put-call ratio, MOVE, εταιρικά αποτελέσματα, και πετρέλαιο
Χαρακτηριστικό του sell-off στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, ήταν και η αύξηση του put-call ratio του CBOE (βλ. γράφημα παρακάτω), αποτυπώνοντας τον «φόβο» των επενδυτών για περαιτέρω υποχώρηση των τιμών των μετοχών.
Σύμφωνα με τον δείκτη MOVE (βλ. παρακάτω γράφημα), ο οποίος μετράει την μεταβλητότητα των επενδυτικά επιλέξιμων ομολόγων, τις τελευταίες μέρες υπήρξε μία μεγάλη αύξηση της μεταβλητότητας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της factset (2 Αυγούστου), για το δεύτερο τρίμηνο του 2024 (με το 75% των εταιρειών του S&P 500 να αναφέρουν πραγματικά αποτελέσματα), το 78% έχουν αναφέρει θετική έκπληξη EPS και το 59% των εταιρειών του S&P 500 έχουν αναφέρει θετική έκπληξη εσόδων.
Το forward P/E 12 μηνών για τον S&P 500 είναι 20,7. Αυτός ο δείκτης P/E είναι πάνω από τον μέσο όρο των 5 ετών (19,3) και πάνω από τον μέσο όρο της 10ετίας (17,9).
Τέλος, η συμπεριφορά της τιμής του πετρελαίου το τελευταίο χρονικό διάστημα, δείχνει ότι οι επενδυτές ανησυχούν περισσότερο για μία επιβράδυνση της οικονομίας των ΗΠΑ, από μία «ανάφλεξη» στην Μέση Ανατολή, κάτι που επιβεβαιώθηκε και εχθές, με το προθεσμιακό συμβόλαιο λήξης Σεπτεμβρίου του crude να καταγράφει απώλειες 2,84% και σε επίπεδο μήνα 11,68%, και το προθεσμιακό συμβόλαιο λήξης Οκτωβρίου του brent να καταγράφει απώλειες 2,45% και σε επίπεδο μήνα 11,28%.
Συμπέρασμα
Σύμφωνα με τα παραπάνω, μέχρι στιγμής η οικονομία των ΗΠΑ δεν απειλείται με ύφεση, αλλά όπως είχαμε αναφέρει και στο άρθρο «Το «παράδοξο» της Wall Street και η απόφαση της Fed», μήπως η έναρξη του πολυπόθητου κύκλου μείωσης των επιτοκίων σηματοδοτήσει τελικά και το τέλος της bull market στην Wall Street;
Πηγές
Factset
fredgraph
Θεόδωρος Σεμερτζίδης, CEFA
Τα παραπάνω εκφράζουν προσωπικές απόψεις, και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε κινητής αξίας.