Το σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ αιφνιδίασε πολλούς, αλλά δεν ξάφνιασε κανέναν. Όχι γιατί το περιμέναμε ειδικά από εκεί, αλλά γιατί όλοι ξέρουν ότι το σύστημα δίνει τις δυνατότητες. Όταν λείπει ο πραγματικός έλεγχος, όταν οι θέσεις κρίνονται με βάση το ποιος είναι “γνωστός”, “κομματικός” ή “βολικός”, όταν δεν υπάρχει λογοδοσία παρά μόνο επικοινωνία, το αποτέλεσμα είναι σχεδόν εγγυημένο και οι συνέπειες προφανείς.
Η αλήθεια είναι απλή, όσο κι αν ακούγεται σκληρή: η διοίκηση δεν λειτουργεί με κανόνες. Έχει διαμορφωθεί έτσι, ώστε να εξυπηρετεί σχέσεις. Και αυτές οι σχέσεις είναι, κατά κανόνα, πολιτικές. Όχι με την έννοια της ιδεολογίας, αλλά με την έννοια της πελατειακής σύνδεσης. Να κρατήσουμε τα ψηφαλάκια” για να μείνουμε στην εξουσία. Να μην ξεβολέψουμε και να μην ξεβολευτούμε. Αυτή η κουλτούρα διαμορφώνει το πώς δουλεύει, ή μάλλον δεν δουλεύει, το κράτος.
Το βασικό πρόβλημα δεν είναι η διαφθορά. Είναι οι δομές που της επιτρέπουν να υπάρχει. Οι κρίσιμες θέσεις διαχείρισης δεν επιλέγονται με βάση τη γνώση ή τη συνέπεια. Επιλέγονται με βάση το “αν κάνει για τη δουλειά” με όρους πολιτικούς – όχι επαγγελματικούς. Το κράτος, αντί να χτίζεται με σταθερούς θεσμούς, συνεχίζει να δουλεύει με προσωποκεντρικά σχήματα, “τυχαίες συμπτώσεις”, παρακάμψεις και “λυγίσματα” των νόμων.
Μπορεί να φτιαχτεί ο καλύτερος νόμος του κόσμου, αν δεν εφαρμόζεται στην πράξη, είναι άχρηστος. Μπορεί να τοποθετηθεί το πιο σύγχρονο πληροφοριακό σύστημα, αν αυτός που το χειρίζεται έχει ως μόνο στόχο “να τακτοποιήσει”, τότε θα χρησιμοποιηθεί για να καμουφλάρει, όχι για να αποκαλύψει. Οι δομές έχουν αποτελέσματα μόνο όταν λειτουργούν ανεξάρτητα. Αλλιώς είναι απλές οθόνες με συμπαθητικά χρώματα.
Στην καρδιά όλων αυτών βρίσκεται η πιο απλή (αλλά και πιο άβολη) αλήθεια: το πολιτικό προσωπικό σκέφτεται και δρα με μόνο οδηγό την ψήφο. Και όταν η ψήφος είναι πάνω απ’ όλα, τότε όλα τα υπόλοιπα περνούν σε δεύτερη μοίρα. Από τον τρόπο που διορίζεται ένας προϊστάμενος, μέχρι το αν θα ελεγχθεί πραγματικά ένα έργο ή μια επιδότηση. Όλα γίνονται με το βλέμμα στραμμένο όχι στο αποτέλεσμα, αλλά στο τι θα γράψει η κάλπη.
Play Video
Το πρόβλημα φυσικά, δεν ξεκινά ούτε τελειώνει με τους πολιτικούς. Η κοινωνία έχει επίσης ευθύνη. Ίσως την μεγαλύτερη. Ζητά από το κράτος να είναι δίκαιο, αλλά συχνά-πυκνά απαιτεί από τον πολιτικό “να κάνει κάτι”, δηλαδή να παρακάμψει τη νομιμότητα, να διευκολύνει τους “δικούς της”, να χαλαρώσει για λίγο τους κανόνες. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος: πολιτών που επιλέγουν πολιτικούς οι οποίοι διστάζουν και φοβούνται να φερθούν υπεύθυνα γιατί ξέρουν ότι 9 στις 10 φορές, αν δεν κάνουν το ρουσφέτι, δεν θα εκλεγούν. Και στη θέση τους θα εκλεγεί κάποιος άλλος που υπόσχεται ότι θα τα κάνει και που θα χαλάσει ό,τι πρόλαβε να χτίσει εκείνος που δεν ενέδωσε.
Για να σπάσει αυτός ο κύκλος, δεν φτάνει να “βελτιωθεί” το κράτος. Πρέπει να αλλάξει ριζικά η σχέση μεταξύ πολιτικής και διοίκησης. Το πρώτο, και πιο αυτονόητο βήμα, είναι να απαγορεύεται η ταυτόχρονη άσκηση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας. Όσοι εκλέγονται στο κοινοβούλιο δεν πρέπει να διορίζονται υπουργοί. Η εκτελεστική εξουσία πρέπει να είναι ανεξάρτητη από το κοινοβουλευτικό πελατειακό σύστημα, με μόνη εξαίρεση τον Πρωθυπουργό. Χωρίς αυτόν τον διαχωρισμό, η εξουσία θα παραμένει συγκεντρωμένη και ανεξέλεγκτη.
Μαζί με αυτό, χρειάζεται να κοπεί η σχέση κομματικής εξουσίας και καθημερινής διοίκησης. Τα υπουργεία δεν μπορεί να είναι προέκταση των κομματικών γραφείων. Οι γενικοί γραμματείς πρέπει να είναι μόνιμοι, με θητεία, επιλεγμένοι με αξιοκρατικά και διακομματικά ελεγχόμενα κριτήρια. Ο ρόλος του υπουργού πρέπει να περιορίζεται στον καθορισμό πολιτικής — όχι στη διοίκηση του προσωπικού ή στην έγκριση κάθε λεπτομέρειας.
Απαιτείται, επίσης, μια πραγματική θωράκιση των ελεγκτικών και ρυθμιστικών αρχών. Όχι “ανεξάρτητες” στα λόγια, αλλά δομημένες έτσι ώστε κανένας πολιτικός να μην μπορεί να ορίζει ή να παύει τους επικεφαλής τους χωρίς συλλογική διαδικασία και δημόσιο απολογισμό. Οποιοσδήποτε παρακωλύει τον έλεγχο, αποκρύπτει πορίσματα ή αποδυναμώνει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, πρέπει να χάνει τη θέση του αυτομάτως και να αποκλείεται από κάθε δημόσιο αξίωμα.
Τέλος, χρειάζεται κάτι που σπάνια εμφανίζεται στην δημόσια συζήτηση: ανοικτή θεσμική μνήμη, εθνικό αρχείο. Κάθε διοικητική ενέργεια, κάθε επιλογή να τεκμηριώνεται και να παραμένει καταγεγραμμένη σε μία ανοικτά μόνιμα προσβάσιμη βάση δεδομένων!.
Αν δεν αλλάξουν οι βασικοί κανόνες με τους οποίους επιλέγονται, λογοδοτούν και λειτουργούν όσοι διαχειρίζονται πολιτική και διοικητική εξουσία, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα ουσιαστικό. Οι μηχανισμοί ελέγχου θα συνεχίσουν να υπονομεύονται, η αξιοκρατία θα παραμένει εξαγγελία, και το κράτος θα λειτουργεί ως πλατφόρμα εξυπηρετήσεων, όχι ως δομή με στόχο το δημόσιο συμφέρον. Διαφορετικά τα σκάνδαλα θα τείνουν όλο και περισσότερο να μην είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Θα αποτελούν το προϊόν ενός χαλασμένου συστήματος που ξεκίνησε με ελπίδα αλλά κατέληξε να δουλεύει προβληματικά και παραβατικά.
Αυτό θέλουμε σαν μέλλον της χώρας;
Πέτρος Λάζος, Capital

