Τρία σημαντικά γεγονότα έχουν ταράξει τον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τις τελευταίες εβδομάδες.
- Πρώτα, οι γαλλικές αρχές συνέλαβαν τον Πάβελ Ντούροφ, τον αμφιλεγόμενο δισεκατομμυριούχο πίσω από την διαδικτυακή πλατφόρμα Telegram.
- Στη συνέχεια, ένας δικαστής ανέστειλε την υπηρεσία microblogging X στη Βραζιλία.
- Λίγο μετά, ένα ομοσπονδιακό εφετείο στην Πενσιλβανία έκρινε ότι η μητέρα ενός 10χρονου παιδιού που πέθανε αντιγράφοντας ένα βίντεο αυτοασφυξίας στο TikTok μπορεί να μηνύσει την υπηρεσία, παρακάμπτοντας μια γενική νομική ασυλία που η εταιρεία ισχυρίζεται ότι απολαμβάνει εδώ και καιρό.
Ενώ αυτά τα γεγονότα συνέβησαν σε διαφορετικές χώρες με τους δικούς τους νόμους, όλα μαζί δείχνουν μια ξαφνική αλλαγή στην ισορροπία δυνάμεων μεταξύ κυβερνήσεων και εταιρειών τεχνολογίας. Βρισκόμαστε πιο κοντά στο τέλος της ατιμωρησίας των τεχνολογικών κολοσσών που έχουν αποφύγει την ευθύνη για τις πραγματικές βλάβες και κοινωνικές διαταραχές από τις πλατφόρμες που δημιούργησαν τα μυθικά τους πλούτη.
Στη Γαλλία, ο Ντούροφ κατηγορήθηκε για συνέργεια σε απάτη και στη διανομή υλικού με ναρκωτικά και με σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο Telegram, καθώς και για έλλειψη συνεργασίας με τις αρχές επιβολής του νόμου. Όπως έδειξε μια έρευνα του Στάνφορντ από το 2023, οι χρήστες του Telegram είναι σε θέση να μοιράζονται και να πουλούν ακατάλληλο περιεχόμενο, βοηθούμενοι από μια λειτουργία εποπτείας που είναι, για να το πούμε ευγενικά, κάπως ελλιπής.
Ενώ οι δημόσιες δηλώσεις του Ντούροφ εστιάζουν στον σεβασμό της ελευθερίας της έκφρασης, πλαισιώνοντας το πρόσωπο του – όπως κάνουν και άλλοι δισεκατομμυριούχοι της τεχνολογίας – ως ένα απλό τεχνολογικό βήμα για να εκφράζονται οι άνθρωποι, ουσιαστικά έχτισε μια επιχείρηση εν μέρει παρέχοντας καταφύγιο σε εγκληματίες που επωφελούνται από την κακοποίηση παιδιών.
- Και η εταιρεία του, σε σύγκριση με άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς, κάνει σχετικά λίγα για να προσπαθήσει να το σταματήσει. Το Telegram έχει σχεδόν πλήρως αρνηθεί να βοηθήσει τις κυβερνήσεις στις προσπάθειές τους να ξεριζώσουν τέτοια φαινόμενα, κάτι που εν μέρει οδήγησε στην κράτηση του Ντούροφ. (Ο ίδιος δεσμεύεται τώρα να “βελτιώσει σημαντικά” την πλατφόρμα, αν και πρόσφατα υπερασπίστηκε τις υφιστάμενες διαδικασίες ελέγχου του Telegram.)
Ο Έλον Μασκ, ο οποίος επέκρινε τη σύλληψη του Ντούροφ, αναφέρθηκε με εσχατολογικούς όρους στην απόφαση της Βραζιλίας να προχωρήσει σε αναστολή της δικής του πλατφόρμας X. Αλλά όπως και στην περίπτωση του Telegram, οι λεπτομέρειες έχουν σημασία. Ένας ισχυρός δικαστής έδωσε εντολή στις εταιρείες τεχνολογίας να αφαιρέσουν περιεχόμενο σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσουν τα ψέματα και την παραπληροφόρηση στο Διαδίκτυο. Όταν ο Μασκ δεν συμμορφώθηκε και έκλεισε τα γραφεία του Χ στη Βραζιλία, ο δικαστής ανέστειλε την υπηρεσία.
- Η αναστολή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην άρνηση του Μασκ να ακολουθήσει τη νομοθεσία της χώρας που απαιτεί από ξένες εταιρείες (συμπεριλαμβανομένης των Google και Meta) να έχουν νόμιμο εκπρόσωπο στη χώρα.
Και ενώ ο Μασκ λατρεύει να παρουσιάζει τον εαυτό του ως σθεναρό υπερασπιστή της διαφάνειας και της “ελευθερίας του λόγου”, το ιστορικό του δείχνει ότι συμβαίνει το αντίθετο, από τη λογοκρισία των αναρτήσεων στην Τουρκία που επικρίνουν τον αυταρχικό πρόεδρο της χώρας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μέχρι τη συμφωνία στην Ινδία που επιτρέπει τη λογοκρισία.
Στην περίπτωση του TikTok, ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο στην Πενσιλβανία έκρινε ότι η εταιρεία θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για ζημιά, επειδή η ειδική προσωποποιημένη σελίδα της εφαρμογής “Για Σένα” που δημιουργείται με αλγόριθμους, έδειχνε βίντεο “με την πρόκληση συσκότισης” σε παιδιά. Τα συγκεκριμένα βίντεο έδειχναν ανθρώπους να πνίγονται μέχρι να λιποθυμήσουν.
- Πολλά παιδιά πέθαναν αντιγράφοντας την πρόκληση. Η απόφαση, σε μια κρίσιμη εξέλιξη, κατέληξε πως το Άρθρο 230 – ένας νόμος της δεκαετίας του 1990 στον οποίο βασίζονται σε μεγάλο βαθμό οι κολοσσοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην προσπάθεια τους να αντιμετωπίσουν μηνύσεις – δεν ισχύει στη συγκεκριμένη περίπτωση, επειδή ο αλγόριθμος του ίδιου του TikTok προώθησε ενεργά το επιζήμιο περιεχόμενο στους χρήστες του.
Εάν τελικά επικυρωθεί η απόφαση, θα αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία βλέπει τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις των εταιρειών τεχνολογίας, πλησιάζοντας περισσότερο τις προσδοκίες που έχουμε από τις εταιρείες τροφίμων και φαρμάκων. Μια τέτοια αλλαγή μπορεί να εμποδίσει την καινοτομία. Αλλά μπορεί επίσης να ενισχύσει τη δημόσια υγεία και τη δημοκρατική ακεραιότητα.
- Έχοντας για χρόνια λειτουργήσει σε μεγάλο βαθμό χωρίς ρυθμιστικές παρεμβολές, οι εταιρείες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αντιμετωπίζουν τώρα το ενδεχόμενο του ολικού επαναπροσδιορισμού στις διαδικασίες που τα κράτη χρησιμοποιούν τη δύναμή τους για να ανταποκριθούν στις αναδυόμενες προκλήσεις, γιγαντιαίων διαστάσεων, από τις συγκεκριμένες πλατφόρμες.
Ο 20ος αιώνας προσφέρει έναν οδικό χάρτη για το πώς τα έθνη μπορούν να διαμορφώσουν ένα κανονιστικό πλαίσιο για τις νέες βιομηχανίες στον 21ο αιώνα. Οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων την περίοδο της Χρυσής Εποχής, για παράδειγμα, συνεχίστηκαν μέχρι να δημιουργηθούν θεσμοί όπως το Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων και η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου που περιόρισαν τις χειρότερες υπερβολές των μονοπωλίων και των βιομηχάνων.
- Βρισκόμαστε πλέον σε μια εποχή που δημιουργούνται νέα προστατευτικά δίκτυα για την ασφάλεια των κοινωνιών. Αυτή είναι μια ευπρόσδεκτη, αν και καθυστερημένη, εξέλιξη.
Τούτου λεχθέντος, ο κίνδυνος να περάσουμε σε υπερβολές, βλάπτοντας την ελευθερία της έκφρασης, παραμένει σημαντικός. Οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου καλούν όλο και περισσότερο τις εταιρείες τεχνολογίας να δώσουν στην αστυνομία πρόσβαση στα δεδομένα τους, αυξάνοντας τον κίνδυνο το απόρρητο, η ασφάλεια, η ταυτότητα και η περιουσία δισεκατομμυρίων ανθρώπων να πέσουν σε λάθος χέρια.
- Η κράτηση του Ντούροφ και η αναστολή του X στη Βραζιλία ενδέχεται να ενθαρρύνουν ανελεύθερα καθεστώτα και αυταρχικούς ηγέτες να λογοκρίνουν ακόμα πιο επιθετικά τις πλατφόρμες ή ακόμη και να φυλακίζουν στελέχη δυτικών εταιρειών τεχνολογίας, εάν οι εταιρείες δεν αφαιρούν περιεχόμενο από αντιφρονούντες, δημοσιογράφους ή πολιτικούς αντιπάλους.
Το να βρεθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ της ασφάλειας των χρηστών και της ελευθερίας της έκφρασης δεν θα είναι εύκολη. Θα απαιτήσει να επενδύσουμε σε υφιστάμενους θεσμούς όπως η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου για να ενισχύσουμε την ικανότητά τους να ελέγχουν τον ψηφιακό αυταρχισμό, την αντιανταγωνιστική συμπεριφορά και τα επιχειρηματικά μοντέλα που είναι εις βάρος των καταναλωτών και να δημιουργήσουν νέα που θα χαράξουν φωτεινές γραμμές για τη διαφάνεια και τη λογοδοσία στο Διαδίκτυο.
- Οι χώρες πρέπει να διαμορφώσουν ισχυρά πλαίσια προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Θα πρέπει επίσης να εξετάσουν εάν η επέκταση της καθολικής πρόσβασης σε πληροφορίες (ας πούμε μέσω δημόσιων βιβλιοθηκών και σχολείων) είναι ένα δημόσιο αγαθό στο οποίο αξίζει να επενδύσουμε, με το αγαθό αυτό να μένει μακριά από τα χέρια του οποιουδήποτε ιδιότροπου δισεκατομμυριούχου ή αρπακτικής εταιρείας με εχθρότητα προς τις δημοκρατικές κυβερνήσεις.
Ο τερματισμός της εποχής της ατιμωρησίας για κακούς παίχτες της ψηφιακής αγοράς θα εξαρτηθεί από τη λογοδοσία, αλλά η δικαιοσύνη θα πρέπει πάντα να αποδίδεται με τις δέουσες διαδικασίες που μόνο ένα ανεξάρτητο δικαστικό σώμα μπορεί να διασφαλίσει.
- Κακόπιστες προσπάθειες να παγώσει η ανεξάρτητη έρευνα, να πολιτικοποιηθεί η καλή διακυβέρνηση ή να κρυφτεί το γεγονός ότι φορείς της αγοράς υποτάσσονται σε ανελεύθερα καθεστώτα δεν θα προστατεύσουν και δεν θα ενισχύσουν την ασφάλεια, ούτε θα διασφαλίσουν το δικαίωμα δισεκατομμυρίων ανθρώπων στην ελευθερία της έκφρασης.
Οι γαλλικές αρχές έστειλαν ένα μήνυμα για τη διαφορά μεταξύ ελευθερίας του λόγου και εγκληματικής δραστηριότητας.
Ένα δικαστήριο της Φιλαδέλφειας μας έδειξε ότι ακόμη και οι ασταμάτητοι κολοσσοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης φέρουν κάποια ευθύνη για την ασφάλεια των παιδιών.
Και ένας δικαστής στη Βραζιλία αποφάσισε ότι το 2024 η ισχύς ενός έθνους μπορεί ακόμα να ξεπεράσει τη δύναμη μιας εταιρείας τεχνολογίας.
*Ο Alexander B. Howard είναι ιδρυτής του Civic Texts, μιας διαδικτυακής έκδοσης που εστιάζει στις αναδυόμενες τεχνολογίες, την ψηφιακή δημοκρατία και τη δημόσια πολιτική.
© 2024 Διατίθεται από το “The New York Times Licensing Group”