Πριν 35 χρόνια, η Ιστορία περνούσε μέσα από την ήπειρό μας. Σήμερα, η ΕΕ παλεύει να «φτάσει» τους ανταγωνιστές της σε ανάπτυξη και καινοτομία.
- Είναι αργά πια για να αλλάξουν τα πράγματα;
Ισως να υπάρχει ακόμα χρόνος ώστε να καταστούμε πιο ταπεινοί, ώστε να μην εστιάζουμε μόνο στον εαυτό μας…
Εάν οι ΗΠΑ, ως υπερδύναμη, βρίσκονται σε παρακμή, η Ευρώπη τι κάνει; Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και οι 26 επίτροποί της πρόκειται σύντομα να αναλάβουν τα νέα τους καθήκοντά τους «αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα», γράφει ο Ντανίλο Τάινο της Corriere della Sera.
- Σύμφωνα με τον ιταλό δημοσιογράφο η Ευρώπη είναι «κουρασμένη όσο ποτέ άλλοτε». Οσο για τη Γηραιά Ηπειρο ως τρόπον τινά υπερδύναμη, σημειώνει πως «κέντρο του κόσμου» τελευταία φορά η Ευρώπη κατέστη την 9η Νοεμβρίου του 1989:
εκείνο το βράδυ στο Βερολίνο, όταν έπεσε το Τείχος, άρχισε να γκρεμίζεται και το Σιδηρούν Παραπέτασμα που χώριζε τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες, κατά τις οποίες η ευρωπαϊκή ήπειρος «ήταν το ένοπλο σύνορο και το παγωμένο πεδίο της αντιπαράθεσης μεταξύ της Δύσης και της σοβιετικής αυτοκρατορίας, η καρδιά του Ψυχρού Πολέμου».
- Κατά το ίδιο διάστημα η Ευρώπη υπήρξε επίσης «πεδίο πολιτικής σύγκρουσης, σύγκρισης πολιτικών μοντέλων, διπλωματικών ελιγμών και δράσης κατασκόπων. Η Ιστορία περνούσε από εκεί: ο υπόλοιπος κόσμος ήταν σημαντικός αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο. Ο έλεγχος της διχοτομημένης Ευρώπης καθόριζε την ισχύ στον πλανήτη».
Ομως έπειτα από εκείνην την 9η Νοεμβρίου το πολιτικό (και οικονομικό) κέντρο βάρους του πλανήτη άρχισε να μετατοπίζεται γρήγορα, αλλά οι Ευρωπαίοι δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να αντιληφθούν την τεράστια αλλαγή.
- Συνέχισαν να πιστεύουν ότι εξακολουθούσαν να είναι το κέντρο του κόσμου έως σήμερα, με αποτέλεσμα η ΕΕ να είναι αντιμέτωπη σήμερα με πολυάριθμες κρίσεις, με τον αρθρογράφο της Corriere αναφέρει χαρακτηριστικά πως «ο καθρέφτης που σε κάνει να πιστεύεις ότι είσαι ο πιο όμορφος […] και ο καλύτερος, όπως στα παραμύθια, σε οδηγεί σε σοβαρά λάθη».
Και μεγαλύτερο από τα λάθη που διέπραξε η Ευρώπη ήταν η σκέψη ή μάλλον η πεποίθηση ότι το ευρωπαϊκό μοντέλο προοριζόταν να κατακτήσει τον κόσμο. Ωστόσο το σκεπτικό σίγουρα δεν ήταν παράλογο.
- Εκείνην την περίοδο η ΕΕ διευρυνόταν, το ευρωπαϊκό σύστημα πρόνοιας είναι ελκυστικό και όσοι φτάνουν στις πόλεις και στις εξοχές μας από την Αμερική ή την Κίνα θα ήθελαν να μείνουν εδώ, «όποτε γιατί να μην ήθελε να μας μιμηθεί ο υπόλοιπος κόσμος;», διερωτάται ο Ντανίλο Τάινο, εξηγώντας πως η πεποίθηση ήταν ότι η υπέρβαση του εθνικού κράτους, μέσω της ΕΕ, θα επηρέαζε άλλες χώρες, οι οποίες αργά ή γρήγορα θα ακολουθούσαν τον ίδιο δρόμο.
Στην πραγματικότητα, όμως, ο εθνικισμός αναπτυσσόταν σε διάφορα μέρη του κόσμου, παίρνοντας επικίνδυνες διαστάσεις και μορφές αλλά η Ευρώπη, εστιάζοντας υπερβολικά στα του οίκου της και όντας συχνά αναγκασμένη να ξεπερνάει διάφορες εσωτερικές κρίσεις είτε δεν αντιλήφθηκε την κρισιμότητα της κατάστασης είτε την υποτίμησε. Από το ’89 στο σήμερα
- Οσον αφορά το παρόν, ο ιταλός αρθρογράφος αναφέρεται ενδεικτικά στην νέα υπερ-αυταρχική πορεία του Σι Τζινπίνγκ στην Κίνα, στην εισβολή του Πούτιν (ήδη από το 2014) στην Ουκρανία, στην υποχώρηση της δημοκρατίας σχεδόν από τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα, στην εκλογή (και στην επανεκλογή) του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ και στην επιστροφή του εθνικισμού στην ΕΕ: «σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές προσδοκίες, το εθνικό κράτος και ο αυταρχισμός κέρδιζαν έδαφος.
Το αποτέλεσμα είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα: ο αποπροσανατολισμός μπροστά σε έναν επικίνδυνο κόσμο, η μη ετοιμότητα των ευρωπαϊκών κοινωνιών να αντιμετωπίσουν τους αυξανόμενους κινδύνους που ενέχει η διεθνής αταξία», σχολιάζει.
- Και οι ΗΠΑ αυταπατήθηκαν, φυσικά, θεωρώντας πως οι μεγάλες συρράξεις ανήκαν στο παρελθόν, αλλά πολύ λιγότερο από την Ευρώπη: καταλήγοντας να είναι η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο αναγκάστηκαν να σκέφτονται ρεαλιστικά με όρους ισχύος.
Ηδη από το 2003 ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, υπουργός Αμυνας του Τζορτζ Μπους του νεότερου εκείνην την περίοδο, αναφερθείς στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη, έκανε λόγο για μια «παλιά Ευρώπη» που βρίσκεται σε αντίθεση με μια «νέα Ευρώπη» των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών, τα οποία έχουν μια πιο ξεκάθαρη αντίληψη των εξωτερικών απειλών.
- Επίσης το 2003 ο Ρόμπερτ Κέιγκαν είχε γράψει πως «όταν το ζήτημα είναι ο καθορισμός των εθνικών προτεραιοτήτων, των απειλών και των προκλήσεων καθώς και η διαμόρφωση και η εφαρμογή εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη έχουν χωρίσει τους δρόμους τους», καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως «οι Αμερικανοί είναι από τον Αρη και οι Ευρωπαίοι από την Αφροδίτη».
Πολλοί ευρωπαίοι πολιτικοί είχαν αντιδράσει τότε, ακόμα και ειρωνευόμενοι τον διάσημο αμερικανό νεοσυντηρητικό διεθνολόγο, ωστόσο η πραγματικότητα σήμερα είναι πως «η Ευρώπη δεν είναι προετοιμασμένη να προστατέψει την Αφροδίτη», όπως συνοψίζει ο δημοσιογράφος της Corriere.
- Ομως η ψευδαίσθηση της Ευρώπης ότι ήταν παράδειγμα προς μίμηση δεν είχε μόνο στο πεδίο της άμυνας και της ασφάλειας δυσμενή αντίκτυπο, επηρέασε αρνητικά και την οικονομία. «Εάν κάποιος είναι το κέντρο του κόσμου, είναι φυσιολογικό να υπαγορεύει τους κανόνες, να ορίζει τι είναι σωστό να γίνεται και πώς να γίνεται.
Η ΕΕ κατέστη έτσι -ποντάροντας στην ελκυστική αγορά της- ρυθμιστική οντότητα με παγκόσμιες φιλοδοξίες […] όμως δεν δημιούργησε ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την οικονομική ανάπτυξη και την καινοτομία, αλλά έγραψε τόμους κανόνων για πεδία στα οποία κυριαρχούσε ακριβώς η καινοτομία […] από τον τεράστιο ψηφιακό κόσμο έως την Tεχνητή Nοημοσύνη και τις πρακτικές μετριασμού της κλιματικής αλλαγής», όπως εξηγεί ο Ντανίλο Τάινο.
- Ομως σε αυτό το πλαίσιο η ΕΕ κατέληξε να υστερεί σημαντικά των ανταγωνιστών της σε καινοτομία ενώ οι παγκόσμιες ρυθμιστικές φιλοδοξίες της προκάλεσαν τη δυσπιστία και την εναντίωση σημαντικών εμπορικών εταίρων της:
Οχι μόνον των ΗΠΑ, οι τεχνολογικοί κολοσσοί των οποίων έχουν βρεθεί αρκετές φορές στο στόχαστρο των Βρυξελλών, αλλά και αναδυόμενων χωρών στις οποίες, στο πλαίσιο των εμπορικών τους συναλλαγών με την ΕΕ, επιβάλλονται κανονισμοί που δυσκολεύονται να τηρούν (εξού και οι κατηγορίες περί κανονιστικού ιμπεριαλισμού και προστατευτισμού).
- «Η Ευρώπη έχει πολύ καλούς λόγους να υπερασπίζεται το δικό της μοντέλο της δημοκρατίας και της ελευθερίας και να το προτείνει στον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο το αμάρτημα της ύβρεως την τύφλωσε μπροστά στις πραγματικότητες της ιστορίας και της οικονομίας.
Ισως να υπάρχει ακόμα χρόνος ώστε να καταστούμε πιο ταπεινοί, ώστε να μην εστιάζουμε μόνο στον εαυτό μας, ώστε να κοιτάζουμε και να ερμηνεύουμε τον κόσμο πέρα από τα σύνορα, από όπου πηγάζουν οι απειλές αλλά και οι ευκαιρίες.
- Δεν είμαστε πια το κέντρο του κόσμου, από εκείνο το βράδυ στο Βερολίνο, πριν από 35 χρόνια. Ισως είναι λυπηρό […] αλλά είναι απαραίτητο να το παραδεχτούμε για να αποφύγουμε άλλα σοβαρά λάθη», καταλήγει ο ιταλός σχολιαστής.
Πηγή: Protagon.gr