Με μικτά πρόσημα ολοκλήρωσαν τις συναλλαγές της Δευτέρας οι βασικοί δείκτες της Wall Street, με τον Dow Jones να χάνει περίπου 140 μονάδες και τον Nasdaq να σκαρφαλώνει σε νέο υψηλό για το 2023.
Η επενδυτές υιοθέτησαν και σήμερα επιφυλακτική στάση καθώς περιμένουν την κρίσιμη συνάντηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν με τον επικεφαλής της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν ΜακΚάρθι για ένα νέο γύρο συνομιλιών για το χρέος.
Ο ΜακΚάρθι δήλωσε σήμερα ότι Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να συνάψουν συμφωνία για το χρέος αυτή την εβδομάδα ώστε να αποφύγουν μια καταστροφική χρεοκοπία των ΗΠΑ που θα μπορούσε να συμβεί ακόμα και από την 1η Ιουνίου.
Λίγο πριν την προγραμματισμένη συνάντηση που θα έχει με τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, ο Μακάρθι δήλωσε ότι οι συζητήσεις για το όριο χρέους το πρωί της Δευτέρας με τους διαπραγματευτές του Λευκού Οίκου ήταν παραγωγικές. “Μπορούμε να πετύχουμε συμφωνία απόψε, μπορούμε να πετύχουμε συμφωνία αύριο”, είπε ο ΜακΚάρθι σε δημοσιογράφους στο Καπιτώλιο.
Ωστόσο, παρόλο που εξέφρασε αισιοδοξία, ο Ρεπουμπλικανός από την Καλιφόρνια τόνισε ότι οι δύο πλευρές δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει σε τίποτα. Ο Μπάιντεν και ο Μακάρθι θα συναντηθούν αργότερα σήμερα στο Λευκό Οίκο για συνομιλίες πρόσωπο με πρόσωπο.
Την Κυριακή η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν υπογράμμισε την επείγουσα ανάγκη να αρθεί το αδιέξοδο, προειδοποιώντας ότι οι πιθανότητες το αμερικανικό δημόσιο να μπορεί να συνεχίσει να εκπληρώνει όλες τις υποχρεώσεις του μέχρι τα μέσα Ιουνίου, είναι “αρκετά χαμηλές”.
Στο ταμπλό, ο Dow Jones έχασε 140,05 μονάδες ή -0,42% και έκλεισε στις 33.286,58 μονάδες, ενώ ο S&P 500 ενισχύθηκε οριακά 0,02% στις 4.192,63 μονάδες. Ο Nasdaq πρόσθεσε 62,88 μονάδες ή 0,5% και σκαρφάλωσε σε νέο υψηλό έτους στις 12.720,78 μονάδες.
Από τις 30 μετοχές που απαρτίζουν τον Dow Jones εννέα έκλεισαν με θετικό πρόσημο και 21 με αρνητικό. Τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσε η 3M με κέρδη 2,69 δολ. ή 2,71% στα 101,72 δολ. και ακολούθησαν η American Express με άνοδο 1,63% στα 155,44 δολ. και η Intel με κέρδη 1,17% στα 30,28 δολ.
Στον αντίποδα, οι μετοχές με τις μεγαλύτερες απώλειες ήταν η Nike (-3,97%) η Procter & Gamble (-2,62%) και η Coca-Cola (-2,10%).
Οι επενδυτές συνεχίζουν στο μεταξύ να παρακολουθούν τις δηλώσεις αξιωματούχων της Federal Reserve για την πορεία της νομισματικής πολιτικής τους επόμενους μήνες.
Ο πρόεδρος της St. Louis Fed, Τζέιμς Μπούλαρντ δήλωσε σήμερα ότι θα ήθελε να δει δύο ακόμη αυξήσεις των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης την κάθε φορά, φέτος. “Πιστεύω ότι θα πρέπει να αυξήσουμε το επιτόκιο πολιτικής για να ασκήσουμε πτωτική πίεση στον πληθωρισμό”, είπε ο Μπούλαρντ σε μια συζήτηση στο Φορτ Λόντερντεϊλ της Φλόριντα.
Ο Μπούλαρντ σημείωσε ότι το χρονοδιάγραμμα των αυξήσεων δεν είναι καθορισμένο, αλλά ο ίδιος προτιμά οι αυξήσεις να γίνονται “νωρίτερα, αντί για αργότερα”.
Σημειώνεται ότι η Fed αύξησε το βασικό της επιτόκιο κατά 25 μονάδες βάσης στο 5% με 5,25% στη προηγούμενη συνεδρίασή της τον Μάιο.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Minneapolis Fed, Νιλ Κασκάρι σε συνέντευξη στο CNBC ανέφερε ότι “αυτή την στιγμή, οι πιθανότητες είναι μοιρασμένες μεταξύ της αύξησης [των επιτοκίων] τον Ιούνιο ή της διατήρησης στα τρέχοντα επίπεδα”
Ο αξιωματούχος πάντως σημείωσε ότι “ακόμα και αν δεν κάνουμε κάτι τον Ιούνιο, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε τελειώσει με τον κύκλο σύσφιξης”.
Στις επιχειρηματικές εξελίξεις, οι μετοχές της Meta Platforms Inc. ενισχύθηκε σε ποσοστό 1,1% παρά την απόφαση των ιρλανδικών αρχών να επιβάλλουν πρόστιμο 1,2 δισ. ευρώ για παραβιάσεις των κανονισμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προστασία των δεδομένων.
Η Micron Technology έχασε πάνω από 2,8% μετά την προειδοποίηση της εταιρείας ότι περιμένει τα έσοδα της να υποστούν πλήγμα από την απόφαση των κινεζικών αρχών να απαγορεύσουν την πώληση των τσιπ μνήμης της εταιρείας σε βασικές βιομηχανίες της χώρας.
Από τον τραπεζικό κλάδο, η PacWest Bancorp σημείωσε ένα εντυπωσιακό ράλι 19% μετά την ανακοίνωση της περιφερειακής τράπεζας ότι έχει εισέλθει σε συμφωνία για να πουλήσει ένα χαρτοφυλάκιο δανείων αξίας 2,6 δισ. δολ. από τον κλάδο των ακινήτων στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την ενίσχυση της ρευστότητας.